Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

"Γέννεσις": ή πως ξεκίνησαν όλα!!!

Στις λίμνες της Αιθιοπίας οι βουτιές γίνονταν μόνο στα βαθιά...

Φωτογραφία: Ιωάννης & Ευθυμία Σκευοφύλαξ, επεξεργασία: Αθανασία Παναγέα
Γεννήθηκα στην Αιθιοπία και φυσικά εκεί δεν γινόταν να ψαρεύω με ψαροτούφεκο. Αφενός η θάλασσα ήταν πάρα πολύ μακριά και αφετέρου στα ποτάμια και σε αρκετές λίμνες υπάρχουν άφθονοι και ευμεγέθης κροκόδειλοι. Όμως τα περισσότερα σαββατοκύριακα τα περνούσαμε στο κτήμα του πατέρα μου, πότε ψαρεύοντας με το καλάμι ή κυνηγώντας ότι οτιδήποτε με το αεροβόλο....

Πάσχα 1970
Διάφορες ταρζανιές...
Ψαρεύοντας στο φράγμα της Κόκας (1971)
Το 1973 ήρθαμε στην Ελλάδα πρόσφυγες, λόγω αλλαγής του καθεστώτος. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο Ελληνικό και πηγαίνοντας για τον Πειραιά, είδα στην διαδρομή την θάλασσα για πρώτη φορά. Γύρισα και είπα στην αδελφή του πατέρα μου: "Τι μεγάλη λίμνη που έχετε!!!" για να μου απαντήσει: "Δεν είναι λίμνη, αλλά θάλασσα". Την ερωτεύθηκα αμέσως μπορώ να πω. Την κοιτούσα εκστασιασμένος καθ όλη την διαδρομή προς τον Πειραιά, όπου θα μας φιλοξενούσαν. Τα χρόνια πέρασαν, οι βουτιές στην θάλασσα αυξάνονταν. Μου πήραν τα πρώτα βατραχοπέδιλα, την πρώτη μάσκα... Ήπια πολύ νερό μέχρι να μάθω την χρήση του αναπνευστήρα....

Γλυφάδα 1973!!!
Το 1976, δεκαπέντε χρονών, ήταν η χρονιά όπου τα πάντα έμελλαν να αλλάξουν. Μερικές μέρες πριν πάμε για τις καλοκαιρινές διακοπές στην αγαπημένη μου Κάρπαθο, κατέστρωσα τα πλάνα για να το πως θα αποκτούσα το πρώτο μου ψαροτούφεκο. Μπήκαμε στον ηλεκτρικό και κατεβήκαμε στην Ομόνοια για να πάμε στον Κλαουδάτο, ένα από τα μοναδικά πολυκαταστήματα. Αγοράσαμε τα διάφορα δώρα για τους συγγενείς και ότι άλλο θεωρούσαμε απαραίτητο. Καθώς έψαχνα μέσα στο πολυκατάστημα, το είδα. Τα μάτια μου πρέπει να γούρλωσαν! Έμεινα άφωνος δεν ξέρω για πόση ώρα! Ένα λεπτεπίλεπτο ψαροτούφεκο, περίπου 80-90 πόντους (μαζί με την βέργα του), που στα παιδικά μου μάτια φάνταζε σαν το καλύτερο ψαροτούφεκο στον κόσμο. Η τιμή του 327 δραχμές!!! Κατέστρωσα το πλάνο μου... Πήγα στην μητέρα μου και το είπα. Φυσικά όπως περίμενα είπε "ΌΧΙ". Η απάντηση ήταν κοφτή και δεν έπαιρνε άλλη κουβέντα. Δεν με πείραζε, γιατί την ήξερα από πριν την έκβαση του αιτήματός μου. Τότε πήγα στον πατέρα μου. 
"Μπαμπάάάά, να πάρουμε αυτό το μικρούλι ψαροτούφεκο;" τον ρώτησα όσο πιο γλυκά μπορούσα..
"Τι λέει η μάνα σου;" με ρώτησε
"'Οτι πεις εσύ, μου είπε.." του απάντησα και φυσικά το αγοράσαμε. Καθ όλη την διάρκεια της αγοράς του, πρόσεχα να μην μας πάρει χαμπάρι η μάνα μου. Βάλαμε το ψαροτούφεκο μέσα σε μια μεγάλη σακούλα. Έλα ντε που δεν χωρούσε και φαινόταν η λαβή του. Το κρατούσα εγώ, φροντίζοντας να αποφεύγω την μητέρα μου. Όταν όμως βγήκαμε από το πολυκατάστημα το είδε.
"Τι σου είπα;;;" με ρώτησε αγριεμένη.
"Ο μπαμπάς...." είπα.
"Βρε συ ..." μου λέει ο πατέρας μου και εγώ το έβαλα στα πόδια τρέχοντας για τον ηλεκτρικό. Οι γονείς ξέσπασαν στα γέλια και έτσι απέκτησα το πρώτο ψαροτούφεκό μου. Στην Κάρπαθο υπό την καθοδήγηση του πατέρα μου, έγιναν οι πρώτες βουτιές κυνηγώντας κοκωβιούς, χειλούδες, σπάρους κλπ. Τότε μου μπήκε η ιδέα να αποκτήσω ένα σακάκι στολής. Το χαρτζιλίκι μου ήταν 100 δραχμές τον μήνα. Ότι άλλα χρήματα μου έδιναν οι διάφοροι συγγενείς, έμπαιναν στον κουμπαρά. Κανείς από την άμεση οικογένειά μου, δεν γνώριζε την ύπαρξή του. Με χίλιους κόπους και αιματηρές οικονομίες, κατάφερα να μαζέψω 3,900 δραχμές μέχρι τις αρχές του επόμενου καλοκαιριού (1974). Το σακάκι όμως έκανε 4,000 δραχμές και δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο, μιας και πλησίαζε η ημερομηνία αναχώρησης για την Κάρπαθο. Το επόμενο χαρτζιλίκι θα το έπαιρνα στο νησί. Κάτι έπρεπε να κάνω. Πήγα στην μητέρα μου για μια προκαταβολή, αλλά ήταν ανένδοτη. Δεν μπορούσα να περιμένω τον πατέρα μου, γατί θα ερχόταν το βράδυ. Η παραγγελία της στολής έπρεπε να γίνει σήμερα, αλλιώς δεν θα προλάβαινε το κατάστημα να μου την φέρει πριν φύγουμε για το νησί. Μέσα στην παιδική απελπισία μου, ήρθε ως μάνα εξ ουρανού, ένα μικρό πλασματάκι που δεν το έχουμε και σε μεγάλη υπόληψη... Μια κατσαρίδα!!! Ακούω την μάνα μου να φωνάζει και τρέχω να δω τι συμβαίνει. Η μητέρα μου έχει σκαρφαλώσει σε ένα σκαμπό. (Τις συχαίνεται και τις φοβάται). Δεν αφήνω την κατσαρίδα να φύγει και λέω στην μητέρα μου. "Θα την σκοτώσω, αν μου δώσεις το χαρτζιλίκι μου του επόμενου μήνα..."  της είπα.
"Καλά, καλά.." μου λέει και όπερ και εγένετο το φονικό. Όμως η μητέρα μου δεν κράτησε τον λόγο της... Έτσι πήγα στο μπαλκόνι και άνοιξα το καπάκι της υδρορροής και περίμενα. Πρέπει να είχαν περάσει δύο περίπου ώρες όταν φάνηκε η επόμενη κατσαρίδα. Την αρπάζω και την πετάω μέσα στην κουζίνα. Την βλέπει η μητέρα μου και πηδάει πάνω στον πάγκο της κουζίνας. Δεν αφήνω την κατσαρίδα να φύγει και λέω: "Ένα εκατοστάρικο παρακαλώ.."
"Καλά-καλά σκότωσέ την και στο δίνω.." μου απαντά. 
"Όχι!!! Πρώτα τα λεφτά!!!" και την κοιτάω χαμογελώντας πονηρά. Ανένδοτη η μάνα μου, απτόητος εγώ και στην μέση η κατσαρίδα.... 
Με την βοήθεια της κατσαρίδας...
Μετά από λίγα λεπτά μου λέει: "Καλά, πήγαινε και πάρτο από το πορτοφόλι μου.." Αστραπιαία πηγαίνω στην κρεβατοκάμαρα, παίρνω το εκατοστάρικο, βουτώ την κατσαρίδα και την αφήνω μέσα στην υδρορροή ολοζώντανη. Δεν μου πήγαινε να σκοτώσω την ευεργέτιδά μου. Γυρίζω στην μάνα μου και της λέω: "Μαμά θέλω να αγοράσω μια στολή.."
"Πόσο κάνει;" με ρωτάει.
"4000 δραχμές" της λέω. 
"Και που θα βρεις τόσα λεφτά;" με ρωτάει. 
"Θα πιάσω δουλειά. Μπορώ να την πάρω;" ρωτάω όλο γλύκα... 
"Φυσικά!!! Αν προλαβαίνεις γιατί φεύγουμε για Κάρπαθο..." μου λέει χαμογελώντας. 
"Ναι το ξέρω, αλλά εγώ θα προσπαθήσω.." απαντάω. Πάω στο δωμάτιό μου, παίρνω τα χρήματα και σαν σίφουνας εξαφανίζομαι τρέχοντας για το κατάστημα καταδύσεων. Μετά από τρις μέρες, την παραμονή πριν φύγουμε, μπαίνω θριαμβευτής στο σπίτι αγκαλιά με την στολή. Κόκκαλο η μάνα... 
"Που βρήκες τα λεφτά; Πως την πήρες;;;" μου ρωτάει όλο απορία. 
"Τα μάζευα όλο τον χρόνο, αλλά μου έλειπαν 100 δραχμές, αυτές της κατσαρίδας. Εξάλλου εσύ συμφώνησες και είπες ότι μπορώ να την πάρω!!!" και αγκαλιάζοντας σφιχτά την πρώτη μου στολή, πήγα χοροπηδώντας στο δωμάτιό μου...
Το τι έγινε εκείνο το καλοκαίρι δεν φαντάζεστε!!! Λέπια σίγουρα έβγαλα, τα βράγχια προσπαθώ να αποκτήσω, αλλά δεν τα κατάφερα ακόμη. Βλέποντας την μανία μου για το ψαροτούφεκο, ο πατέρας μου, μου κότσαρε και ένα κίτρινο σωσίβιο για κάθε ενδεχόμενο. Το καλό ήταν ότι μια φορά ενώ κολυμπούσα, τράβηξα την περόνη του για να δω πως λειτουργεί και αυτό φυσικά φούσκωσε. Όμως δεν μπορέσαμε να ξαναβρούμε βιδωτή φιάλη διοξειδίου και έτσι ευτυχώς απαλλάχτηκα από αυτό.
Ο πρώτος εξοπλισμός..

Από τότε έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες. Άλλαξα στολές, άλλαξα ψαροτούφεκα, άλλαξα τον τρόπο που ψάρευα αρκετές φορές. Σιγά-σιγά ήρθαν και οι πρώτες επιτυχίες που όσο περνούσε ο καιρός γίνονταν όλο και περισσότερες και μεγαλύτερες. Άσχετα όμως με τις επιτυχίες μου, πάντα παραμένουν στην ψυχή μου χαραγμένα εκείνα τα παιδικά μου συναισθήματα της πρώτης φοράς!!!


Υ.Γ...... Γ@@@το... μετά από τόσα χρόνια που ψαρεύω, δεν κατάφερα να βγάλω βράγχια... ακόμη!!!!
Μια από τις πρώτες (1979)

Αγκαλιά με έναν βασιλιά..

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

Ένα ψάρεμα στον Αμβρακικό...


Φωτογραφία-video: Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ, Σταυρούλα Παναγέα.

Το Σύμπαν συνωμότησε για μια ακόμη φορά και η αργία της 28ης Οκτωβρίου έγινε πενταήμερη. Εκκρεμούσε και μια πρόσκληση από τον Δημήτρη και την Αγλαΐα κι έτσι όπου φύγει-φύγει για το Thalassa-Spa Hotel στην Πάλερο. Μόνο που αυτή την φορά δεν ακολουθήσαμε τον γνωστό δρόμο μέσου του Αστακού. Πήγαμε από Αγρίνιο-Αμφιλοχία... Ο λόγος γιατί δύο φίλοι μου, ο Κώστας και ο Νικόλας που μου είπαν μερικούς καλούς ψαρότοπους του Αμβρακικού. 
"Μόνο που είναι θολά, έως πολύ θολά..." με προειδοποίησε ο Κώστας
"Μην ανησυχείς... " του απάντησα. "Ας όψεται ο Β. Ευβοϊκός..."

Το αριστερό μέρος...

...το δεξί...
Το πρώτο μέρος αν δεν σου πουν, δεν υπάρχει περίπτωση να το βρεις! Πάνω σε μια στροφή υπάρχει ένα μικρό δρομάκι που οδηγεί στην παραλία. Η Δυτική Στερεά Ελλάδα έχει τόσο πυκνή βλάστηση που δεν μπορείς να δεις που σε βγάζει κάποιος δρόμος. Έτσι αν δεν σου πουν που να πας, απλά δεν το τολμάς. Εγώ όμως είχα τις πληροφορίες μου και ήταν ακριβείς! Νάναι καλά οι δύο φίλοι μου. Βρήκαμε το στενάκι και μετά από λίγο φτάσαμε στην παραλία. Νόμιζα ότι βρισκόμασταν κάπου στα τροπικά. Παντού πράσινο, τεράστια δένδρα και μια θάλασσα να την πιεις στο ποτήρι. Τραβήξαμε τις φωτογραφίες που θέλαμε και χωρίς πολλά-πολλά ντύθηκα και βούτηξα. Ήταν όπως μου το είχαν πει οι φίλοι μου. Θολούρα αρκετή, ρηχά νερά και λίγο κρύο. Στο πρώτο καρτέρι μου ήρθαν μικρά λαβράκια. Προχώρησα και καρτέρεψα. Που και που ο βυθός ήταν στρωμένος με αμέτρητα μύδια. 
"Ωραία, αυτό δείχνει ότι μάλλον θα δω τσιπούρες..." σκέφτηκα (στις τσιπούρες αρέσουν πολύ τα μύδια και σε μένα οι τσιπούρες!!!). Ψάρεψα έξω-έξω εκεί που σκάει το κύμα. Ψάρεψα πιο βαθιά, το ίδιο σκηνικό. Πολλά μικρά αλλά και κατατρομαγμένα ψάρια. Ένα καλό ψάρι δεν είδα. Απορημένος πήρα τον δρόμο του γυρισμού. Σε μια στιγμή που κοίταξα προς την παραλία είδα την Σταυρούλα να κουνάει τα χέρια της. Την χαιρέτισα και βούτηξα. Έκανα δυο-τρία καρτέρια και βγήκα. Με περίμενε με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. Την κοίταξα απορημένος και μου είπε: "Υπήρχε ένα μαύρο κεφάλι στην επιφάνεια λίγο πιο βαθιά από εσένα, γιαυτό σου έγνεψα. Δεν μπορεί να ήταν ψαροτουφεκάς, γιατί το κεφάλι ήταν μικρό, παιδικό θα έλεγα!!!"
..και το αστέρι μου στην μέση!!!
Κοίταξα απορημένος την θάλασσα χωρίς να της πω κάτι. Όλη την ώρα που ντυνόμουν, το ένα μου μάτι ήταν στραμμένο προς την θάλασσα, λες και ήμουν ένας χαμελέων. (Εκείνος έχει την ικανότητα να κοιτάει προς διαφορετικές κατευθύνσεις ταυτόχρονα). Κόντεψα να αλληθωρίσω από την όλη προσπάθεια, όταν στο βάθος φάνηκε ο παράξενος επισκέπτης. Είδα το μαύρο κεφάλι του, την πλάτη του και βούτηξε. Μετά από λίγο το ίδιο, μόνο που αυτή την φορά είχε έρθει πιο κοντά μας. Έσκυψα, προχώρησα προς την θάλασσα και κρύφτηκα πίσω από κάτι βράχια. Περίμενα λίγο και τότε βγήκε πάλι στην επιφάνεια. Είδα δυο μεγάλα ρουθούνια να ανοίγουν και να παίρνουν μια βαθιά ανάσα πριν χαθεί στο πανέμορφο υγρό στοιχείο. Ήταν μια φώκια περίπου με ένα μέτρο μήκος.. 
"Τώρα εξηγείτε γιατί ήταν όλα τόσο τρομαγμένα και δεν είδα τίποτα μεγάλο..." είπα στην Σταυρούλα. Χάζεψα λίγο την θάλασσα και την είδα πάλι καμιά εκατοστή μέτρα πιο πέρα. Μπήκαμε στο αμάξι και τραβήξαμε για τους φίλους μας. Μας περίμεναν στο ξενοδοχείο και αφού έπεσαν βροχή οι αγκαλιές και τα φιλία, φάγαμε όλοι μαζί στο πλούσιο τραπέζι που μας είχαν ετοιμάσει.
Την επομένη το πρωί ο Δημήτρης με ρώτησε αν θα πήγαινα για βουτιά. Παραξενεύτηκα που με ρώτησε και τον ρώτησα γιατί...
"Η θάλασσα έχει κολλήσει και λέγαμε να πάμε μέχρι το Μεγανήσι με το σκάφος..." μου είπε.
"Όχι δεν θα βουτήξω, αυτή την φορά θα το απολαύσω κι εγώ..." του απάντησα χαμογελώντας.
Η θάλασσα είχε κολλήσει..
Αφού τακτοποιήσαμε τα πάντα, πήραμε και προμήθειες, κατεβήκαμε στο λιμάνι και μετά την επιβίβαση, βάλαμε πλώρη για το Μεγανήσι. Η θάλασσα ήταν σαν γιαούρτη. Μπορούσες να γράψεις πάνω της. Στα μισά της διαδρομής ο Καπετάν Δημήτρης έσβησε την μηχανή. Η ΑΠΟΛΥΤΉ ΗΡΕΜΙΑ!!! Δεν ακουγόταν τίποτε. Απολαύσαμε το τοπίο, τον ζεστό ήλιο. Πότε-πότε κάποιο αφρόψαρο πλατσούριζε στην επιφάνεια. Μετά από λίγο στρώσαμε το τραπέζι και τα πιρούνια ανάψανε. Το θαλάσσιο αεράκι μας είχε ανοίξει την όρεξη κι έτσι ρημάξαμε τις νοστιμιές που είχαν ετοιμάσει οι φίλοι μας.
Το τσιμπούσι!!!

Στην συνέχεια καταπλεύσαμε στο όμορφο Μεγανήσι όπου μας περίμενε το κυρίως πιάτο. Αργά το απόγευμα πήραμε τον δρόμο για τον γυρισμό. Απόλαυσα την διαδρομή κοιτώντας τα παράλια από την πλευρά της θάλασσας που μου έδινε μια διαφορετική σκοπιά της διαδρομής που έχω κάνει τόσες πολλές φορές οδικώς. Έτσι τελείωσε και η δεύτερη ημέρα. 
Ξύπνησα χαράματα και ξεκίνησα για έναν γνωστό τόπο. Ντύθηκα γρήγορα και βούτηξα στην αγαπημένη μου θάλασσα. Παρόλο που ήταν πολύ θολή, δεν κυκλοφορούσε τίποτα μεγάλο. Καρτέρι στο καρτέρι περνούσαν οι ώρες. Σε μια στιγμή κι ενώ καρέτευα, είδα μια γρήγορη σκιά να περνάει από πάνω μου. Γύρισα το ψαροτούφεκό μου κι έριξα. Περίμενα να έχω αστοχήσει, αλλά το τρελό τράβηγμα της πετονιάς μου έλεγε το αντίθετο. Μην ξέροντας τι έχω χτυπήσει και που, δεν κόντραρα το ψάρι. Σιγά-σιγά πήρα στα χέρια μου μια κουρασμένη παλαμίδα κοντά στο κιλό.
Καλόστην...


"Πάλι καλά..." σκέφτηκα και αφού τακτοποίησα το ψάρι προχώρησα για ένα μικρό κατρακύλι. Εδώ λόγω των πετρών, η ορατότητα ήταν κάπως πιο βελτιωμένη και είχε και πολύ περισσότερη ζωή. Πολλά ψάρια (σαργοί, κέφαλοι, τσιπούρες, μελανούρια) πηγαινοέρχονταν. Το μόνο δυσάρεστο, ήταν όλα μικρά. Καρτέρευα χαζεύοντας τον υπέροχο αλλά και ζωντανό θαλάσσιο πίνακα. Σε κάποια βουτιά είδα και μια ομάδα σικιών. Τα μεγαλύτερα ψάρια ήταν περίπου μισόκιλα. Βούτηξα αρκετές φορές για να πάρω τα πλάνα που ήθελα χωρίς να πατήσω σκανδάλη. Καλό είναι τα μικρά ψάρια να τα αφήνουμε να μεγαλώνουν. Βέβαια λάθη γίνονται κι εγώ έχω πιάσει μικρά ψάρια. Το θέμα είναι να μην γίνεται εξεπίτηδες!!!

Καρτέρι στο καρτέρι τελείωσε το κατρακύλι και ξαναμπήκα στην θολούρα. Αποφάσισα ότι το σημερινό ψάρεμα του Αμβρακικού είχε τελειώσει. Ενώ είχα πλησιάσει στην ακτή είπα να κάνω το τελευταίο μου καρτέρι. Προσγειώθηκε ανάμεσα σε κάτι πλάκες. Το βάθος δεν ήταν πάνω από δύο μέτρα. Εκεί που καρτερεύω βαριεστημένα, παρατηρώ ότι μια μεγάλη σκιά να κινήτε πολύ γρήγορα προς το μέρος μου. Μέχρι να συνειδητοποιήσω τι γίνεται, το ψάρι έχει στρίψει και το χάνω. Τα βάζω με την ολιγωρία μου (γιατί είχα βολή), αλλά καθησυχάζω τον εαυτό μου μήπως και γυρίσει. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα ξαναβλέπω την μεγάλη σκιά να με προσπερνά και να χάνεται μέσα στην θολούρα. Όμως, τώρα είμαι προετοιμασμένος και το ψαροτούφεκο βλέπει προς στην σωστή κατεύθυνση. Σημαδεύω αστραπιαία και πατάω την σκανδάλη. Η βέργα εκτινάσσεται με απίστευτη ταχύτητα και χάνεται μέσα στην θολούρα. Επικρατεί νεκρική σιγή! Δεν κουνιέται τίποτα! "Αστόχησα..." σκέφτηκα και τράβηξα την βέργα από την πετονιά της πολύ βαριεστημένα. Όμως η πετονιά έρχεται με δυσκολία, γιατί σέρνει κάτι βαρύ. ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ!!! Βουτάω μέσα στην πηχτή θολούρα και πιάνω την βέργα. Δεν πιστεύω στα μάτια μου. Έχω πιάσει ένα πολύ μεγάλο λαβράκι.
Το μεγάλο δώρο του Αμβρακικού!!!

Το ψάρι δεν μπορεί να κινηθεί, γιατί η βέργα του έχει μπει λίγο πιο μπροστά από την ουρά και η μύτη της βέργας μόλις προεξέχει πάνω από το αριστερό του μάτι. Αγκαλιές-φιλιά.... Μόνο στην επιφάνεια της θάλασσας δεν περπάτησα  από την χαρά μου. Είχα πιάσει έναν μεγάλο κυνηγό 4,5 κιλών!
..δεν ήμουν εγώ!!!
Εννοείται ότι το ψάρεμα τελείωσε εκεί. Βγήκα στην παραλία και έβγαλα τις φωτογραφίες που ήθελα και περιχαρής γύρισα στο ξενοδοχείο όπου έγινε της κακομοίρας μόλις είδε η παρέα το ψάρι...
Ο γίγαντας...
























Η επόμενη ημέρα ήταν και αυτή θαυμάσια. Ήλιος, ζέστη, άπνοια. Ο Δημήτρης ρώτησε την Σταυρούλα για έναν φοίνικα. Πήγαμε όλοι μαζί να δούμε το δένδρο, που ήταν σε κακό χάλι. Η γεωπόνος της παρέας επιβεβαίωσε τους φόβους του Δημήτρη ότι πρόκειται για το κόκκινο σκαθάρι. Η Σταυρούλα του είπε ότι δεν υπάρχει σωτηρία και θα πρέπει να κάψουμε τον φοίνικα για να μην μολύνει και τους άλλους.

Ο δυστυχής φοίνικας...
Η οικολογική συνείδηση του Δημήτρη δεν του επέτρεπε να αγνοήσει το γεγονός, παρόλο που το όλο εγχείρημα θα μας έπαιρνε μια ολόκληρη ημέρα να το τελειώσουμε. Έτσι ξεκινήσαμε με το να κόψουμε τα κλαδιά. Αφού ο Ντίνος περιέλουσε τον φοίνικα με πετρέλαιο, του έβαλε φωτιά. Αυτό έγινε για να προλάβουμε τυχόν έντομα που ήταν έτοιμα να φύγουν και να πάνε αλλού. Όταν έσβησε η φωτιά μετά από ώρα, άρχισε το σκάψιμο του φοίνικα. Τα έντομα είχαν φάει εσωτερικά τον κορμό του σε τέτοιο σημείο που έμοιαζε σαν νερουλός πουρές. Ψάχνοντας βρήκαμε τις προνύμφες. Αυτές είναι μεγάλες και χοντρές άσπρες κάμπιες, οποίες κατά την γεωπόνο μας, κάνουν την περισσότερη ζημιά. Μετά βρήκαμε το κουκούλια όπου μπαίνουν μέσα οι κάμπιες για να μεταλλαχθούν σε τελικής μορφής έντομα. Τα κουκούλια ήταν εκπληκτικά. Οι κάμπιες είχαν πάρει ίνες από τον φοίνικα και τις είχαν μετατρέψει σε φωλιά. Μια εκπληκτική κατασκευή! Το μεγαλείο και η τελειότητα της Φύσης ήταν για άλλη μια φορά παρούσα μέσα στα χέρια μου. Ανοίγοντας με προσοχή τα κουκούλια βρήκαμε μέσα τα έντομα στην τελική τους μορφή, έτοιμα να πετάξουν για άλλους φοίνικες. Αυτά τα καταστροφικά μεν, αλλά εκπληκτικά δε έντομα, ήρθαν με τους φοίνικες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Οι Φοίνικες έφτασαν την τελευταία στιγμή κατά εκατοντάδες και δεν υπήρχε χρόνος να ελεγχθούν. 'Ετσι τοποθετήθηκαν για να καλλωπίσουν τους διάφορους αθλητικούς και μη χώρους, με συνέπεια να απλωθούν σχεδόν σε όλη την χώρα, μιας και δεν υπάρχει φυσικός εχθρός. Είναι πάντως εκπληκτικό, πως ένα τόσο μικρό πλασματάκι, μας αποδεικνύει πόσο αδύναμοι είμαστε απέναντι στο μεγαλείο που λέγεται Φύση.. ή όπως αλλιώς θέλετε να Το πείτε. Ένας τόσος μικρός λαθρεπιβάτης, μας βάζει τα γυαλιά στην καταπολέμησή του. Κοκορευόμαστε ότι μπορούμε να πάμε στο Φεγγάρι και πολύ σύντομα στον Άρη, ότι έχουμε τεχνολογία, πυραύλους, υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα για να καταστρέψουμε ο ένας τον άλλο και δεν μπορούμε να σταματήσουμε την απλοϊκή επέλαση ενός μηδαμινού σκαθαριού!!!!!!! Αυτή είναι η αξία του πολιτισμού μας; Τέλος πάντων.... Με αυτές τις σκέψεις με βρήκε η εκπληκτική δύση του σχεδόν χειμωνιάτικου ήλιου. Αποφασίσαμε να φάμε το ψάρι την επομένη και τελευταία μας μέρα στην όμορφη Πάλερο.
Νωρίς το πρωί έκανα μια γρήγορη βουτιά στο μέρος που είχα πιάσει το υπέροχο λαβράκι. Δεν κολύμπησα όλη την απόσταση αυτή την φορά. Όντος βρήκα 4-5 λαβράκια, αλλά ήταν όλα μικρά. Τα χάζεψα, έκανα μερικές βουτιές παρακάτω και βγήκα. Δεν με ένοιαζε που δεν βρήκα κάποιο άλλο αξιόλογο ψάρι. Γύρισα στο ξενοδοχείο και μετά από λίγο αρχίσαμε τις ετοιμασίες. Ο σεφ Δημήτρης τα είχε προβλέψει όλα όπως κάνει πάντα!!!
Ο σεφ Δημήτρης επί τω έργω...
Το ψάρι ψήθηκε στα κάρβουνα και μαζί με τις υπόλοιπες ντόπιες λιχουδιές, ευχαριστηθήκαμε ένα Λυκούλιο δείπνο μπορώ να πω. Για άλλη μια φορά η Πάλερος μας είχε δείξει την Πραγματική της Αγάπη (friends included)!!!  

Υ.Γ.: Οι φωτογραφίες που ακολουθούν έχουν ως εξής:
1η & 2η το κάψιμο του φοίνικα. 3η η κάμπια (προνύμφη), 4η μια τρύπα από τα έντομα,
5η & 6η Το κουκούλι, 7η το κουκούλι με το τελειοποιημένο έντομο,
7η & 8η Η τελική φάση του πλήρους εντόμου, το γνωστό κόκκινο σκαθάρι.