Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Όταν η Μεγαλόχαρη συναινεί για ένα ψάρεμα στην Κάρπαθο!!!


Φωτογραφία-video: Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ

Είμαι ήδη 3 εβδομάδες στην αγαπημένη μου Κάρπαθο και ο καιρός δεν λέει να καλμάρει. Στις 14 Αυγούστου όμως το απόγευμα, ο καιρός έχει λίγο σπάσει. Όταν λέμε έχει λίγο σπάσει μην νομίζεται και πολλά πράγματα. Απλά το 7αρι έχει γίνει 5αρι Β.ΒΔ. Έτσι αποφασίζω να πάω για μια πολύ πρωινή βουτιά ανήμερα της Παναγίας. Φυσικά υπήρχαν ψιλο-αντιρρήσεις από τους γονείς μια και η ημέρα είναι εορταστική, αλλά ποιος τους άκουγε. Μόνο που άκουσα στο δελτίο καιρού ότι το 7αρι θα ξαναγύριζε, εγώ έκανα τα πλάνα μου για την βουτιά.
Ξύπνησα χαράματα πριν ακόμη ο ήλιος βγει. Έστησα αφτί για να δω τι γίνεται και όντος ο αέρας είχε αρχίσει να δυναμώνει. Δεν είχα και πολλά περιθώρια και έπρεπε να βιαστώ αν ήθελα να ψαρέψω τον συγκεκριμένο τόπο. Τα φόρτωσα στο αυτοκίνητο και μετά από λίγο έφτασα εκεί που ήθελα. Ντύθηκα αστραπιαία. Δεν θυμάμαι να έχω ντυθεί ποτέ τόσο γρήγορα. Ίσως τότε που είχα πιάσει τον τόνο ανοιχτά την Συκίνου. Περίμενα να έρθει το κατάλληλο κύμα και βούτηξα. Τα νερά ήταν σαν γάλα από την θολούρα στην παραλία. Ανοίχτηκα και η ορατότητα κάπως έφτιαξε. Τώρα έβλεπα 3-4μ. Δεν με ενοχλούσε αυτό. Ίσα-ίσα, αλλά ο έντονος κυματισμός ήταν το πρόβλημα. Φυσικά θα ψάρευα ρηχά. Πλακώθηκα στα καρτέρια δεν άργησα να πιάσω τον πρώτο καλό σαργό. Λίγο πιο κάτω έπιασα έναν 660 γρ σκάρο. 
«Πάλι καλά» σκέφτηκα. Ο έντονος κυματισμός με ανάγκαζε να βάζω όλες μου τις δυνάμεις για να κρατιέμαι από τις πέτρες και ας φορούσα ένα τρίκιλο βαρίδι επιπλέον στην πλάτη και μισόκιλα βαριδάκια στα πόδια μου. Υπήρχαν φορές που το κύμα ήταν τόσο ισχυρό που κυριολεκτικά με ξεκολλούσε από τον βυθό. Εγώ απτόητος! Το διασκέδαζα όσο μπορούσα. Κωμικοτραγικές καταστάσεις! Εγώ να προσπαθώ να κρατηθώ από διάφορες πέτρες στο βυθό, τα ψάρια να έρχονται κυριολεκτικά πανικόβλητα καταπάνω μου να δουν τι είναι αυτό το περίεργο πράγμα, εγώ να προσπαθώ να σημαδέψω και να έρχεται το κύμα σαν τον απόλυτο κυρίαρχο και να με ξεκολλάει από το βυθό χωρίς δεύτερη κουβέντα….. Εννοείται ότι τα ψάρια εξαφανίστηκαν και εγώ να προσπαθώ να μην τρακάρω πάνω σε κάποια πέτρα ή να μην πιω νερά από τα γέλια!! Αυτό συνέβη αρκετές φόρες κατά την διάρκεια του ψαρέματος. Φυσικά αστόχησα και πολλές φορές σε εύκολους στόχους υπό άλλες συνθήκες. 
Σε κάποια στιγμή έφτασα και σε μια σπηλιά που γνωρίζω. Εκεί μέσα το κύμα δεν επηρεάζει τα ψάρια και αυτά με την σειρά τους κάθονται στο βάθος σχεδόν ακίνητα. Μπήκα με πολύ προσοχή και όσο πιο ήρεμα μπορούσα. Στο βάθος είχε δύο μισόκιλους σαργούς που έκοβαν βόλτες. Τα ψάρια δεν με είχαν πάρει χαμπάρι και εγώ ψευτοκριμένος περίμενα την κατάλληλη στιγμή. Μόλις ο ένας πέρασε μπροστά από τον άλλο πάτησα την σκανδάλη και τους έπιασα και τους δύο.



Χαρούμενος συνέχισα να ψαρεύω. Όμως κάτι τράβηξε το βλέμμα μου που δεν ταίριαζε στο όλο σκηνικό. Κοίταξα καλύτερα και σε βάθος 2μ, στην είσοδο ενός βράχου υπήρχε μια κολοχτύπα να με κοιτάει. Χωρίς δεύτερη σκέψη την έπιασα. 
«Μάλλον θα φάμε μακαρονάδα αύριο» σκέφτηκα και μου τρέξανε τα σάλια. Ενώ χάζευα αυτή την λιχουδιά σκεπτόμενος διάφορα, ήρθε μια σφαλιάρα από ένα κύμα, που έσκασε πάνω μου, για να με συνεφέρει. Συνέχισα το ψάρεμά μου και έπιασα άλλους τέσσερις σαργούς και πέντε σκάρους. Ένας κέφαλος λίγο έλειψε από την φόρα που είχε πάρει να καρφωθεί μόνος του στην βέργα. Εγώ απλά πάτησα την σκανδάλη. Εννοείτε ότι στο ρηχό πλάτωμα ούτε καν προσπάθησα να πάω. Τα κύματα ήταν πολύ μεγάλα και εγώ δεν είχα όρεξη για επώδυνες περιπέτειες. Λίγο πριν βγω είδα κάτι μέσα σε ένα δεμάτι από φύκια. Δεν μπορούσα να δω ούτε να καταλάβω τι ήταν αλλά μου φάνηκε αρκετά μεγάλο. Σημάδεψα όσο μπορούσα καλύτερα και έριξα. Έπιασα μια πράσινη πετροχειλού κοντά στο ένα κιλό. Ο καιρός είχε δυναμώσει πολύ. Μπορεί να μην ήταν 7 μποφόρ αλλά ήταν ένα γεμάτο 6αρι, που όλο και δυνάμωνε. Αποφάσισα να βγω. Περίμενα το κατάλληλο κύμα και βγήκα στην παραλία κυριολεκτικά κολυμπώντας και σερνάμενος πάνω στα χαλίκια. 
Κάθισα σε μια πέτρα, αφού έβγαλα την στολή και έφαγα ότι είχα φέρει μαζί μου. Παρόλο το βουητό του αέρα και την δύναμη της θάλασσας, το όλο τοπίο είχε μια γαλήνη, μια απίστευτη ηρεμία. Χάζεψα το απίστευτο γαλάζιο της θάλασσας και την ένωσή του με το μπλε του ουρανού στο βάθος του ορίζοντα. Στο μυαλό μου ήρθαν τα λόγια της μάνας μου «Δεν θα πας στην εκκλησία τέτοια μέρα που είναι;»
«Μα ήμουν ήδη τόσες ώρες μέσα στην εκκλησία» έπιασα τον εαυτό μου να απολογείται. Είναι ορισμένα ψαρέματα, σαν το σημερινό, που ψαρεύω εκστασιασμένος. Μην με ρωτήσετε τι και πως δεν ξέρω να σας πω. Απλά συμβαίνει. Έχω παρατηρήσει ότι μου συμβαίνει πιο συχνά όταν δεν πάω για κάτι συγκεκριμένο και πάω μόνο για να βουτήξω. Σήμερα λόγω του καιρού ήθελα απλά να πάω να δω το μέρος πως είναι. Δεν το έχω ψαρέψει ξανά με καιρό. Δεν ξέρω πόση ώρα χάζευα το όλο θέαμα. Κάποια στιγμή κοίταξα το ρολόι μου. Η ώρα ήταν 10:45 πμ και είχα κάνει 144 βουτιές. Ευχαριστώντας την Μεγαλόχαρη που γιόρταζε κιόλας, πήρα τον δρόμο για τον γυρισμό.
Το πρωί από την φούρια μου για να προλάβω την βουτιά δεν είχα προσέξει τα καμένα πεύκα. Στεναχωρήθηκα πολύ με αυτό που είδα. Το Πάσχα που είχα έρθει στο νησί αυτό δεν υπήρχε. Η φωτιά είχε κάψει σχεδόν όλη την πλαγιά και απλώς έσβησε όταν έφτασε στην θάλασσα.
«Μεταξύ των άλλων θα πρέπει να αλλάξουμε και αυτή την νοοτροπία μας. Δεν γίνεται να καίμε τα ελάχιστα εναπομείναντα δάση μας για να χτίσουμε σπίτια ή να καταπατήσουμε χωράφια. Τι θα παραδώσουμε στην επόμενη γενιά;» αναρωτήθηκα καθώς οδηγούσα.....

Στο σπίτι βγάλαμε τις φωτογραφίες και η μητέρα μου άνοιξε τα κιτάπια της για να δει πως θα μαγειρέψει την μακαρονάδα με την κολοχτύπα. Είμαι σίγουρος ότι θα γίνει πεντανόστιμη!!!




Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Όταν το παρελθόν συναντά το παρόν...

Φωτογραφία-video: Νίκος Ιωάννου, Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ.

Όχι δεν κάνετε λάθος, στο σωστό blog είστε!!!

Φαίνεται ότι κατά την διάρκεια της φετινής χρονιάς έρχονται πιο έντονα γεγονότα για να μου θυμίζουν την χώρα που γεννήθηκα και είναι η Αιθιοπία. Μετά από την αποχώρηση του αγαπητού μου ξ-αδελφού Σταύρου, το καλοκαίρι με βρίσκει για άλλη μια φορά στην αγαπημένη μου Κάρπαθο. Όμως σε αντίθεση με το Πάσχα που η θάλασσα ήταν κόλα, τώρα οι ισχυροί Β-ΒΔ των 6-8 μποφόρ άνεμοι δεν λένε να κοπάσουν. Συν τις άλλοις ήρθε και ο αδελφός την μητέρας μου, ο θείος Νίκος με την κοπέλα του την Χιοτ (που σημαίνει Ζωή στα Αιθιοπικά) και είχα να τον δω 20 περίπου χρόνια. Εννοείται ότι η χαρά μου δεν περιγραφόταν που τον έβλεπα μετά από τόσα χρόνια. Θυμηθήκαμε τις παλιές ιστορίες που με πήγαινε σε κάποια κυνήγια του μαζί με τον αδελφό μου, όπου εμείς απλά κοιτάγαμε γιατί τα όπλα ήταν μεγάλα και βαριά. Βέβαια όταν μας δινόταν η ευκαιρία παίρναμε τα αεροβόλα και ότι πετούσε κινδύνευε. Πολλές ιστορίες που ειπώθηκαν είχαν κυρίως θέμα το ψάρεμα στην Αιθιοπία. Εννοείτε ότι μιλάμε για ψάρεμα με καλάμια ή πετονιές γιατί το κολύμπι δεν επιτρέπεται σε αρκετές περιοχές διότι υπάρχουν κροκόδειλοι που φτάνουν τα 6 μ και βάρος μάξιμουμ τους 2 τόνους. Σε αυτές τις ιστορίες προστέθηκαν και οι καινούργιες. Εγώ έλεγα για τα ψαρέματά μου και ο θείος για τα κυνήγια του. Ο θείος γύρισε στην Αιθιοπία όταν άλλαξε το καθεστώς και μαζί με τον παιδικό του φίλο, τον Νάσο, διοργανώνουν σαφάρι για πλούσιου ξένους ως επί των πλείστων, που θέλουν να κυνηγήσουν τα μεγάλα αφρικανικά θηράματα όπως βουβάλια, λιοντάρια, λεοπαρδάλεις, αντιλόπες κτλ. Το τίμημα ανάλογα με το ζώο πολλές φορές φτάνει αρκετές χιλιάδες Αμερικάνικα δολάρια. Η μία ιστορία διαδεχόταν την άλλη, όταν σερβιρίστηκε το μεσημεριανό. Ο θείος είχε ζητήσει μεγάλο ψάρι και ευτυχώς υπήρχε ένα 10αρης ροφός για την ανάλογη περίσταση. Και ενώ ετοιμαζόμασταν να φάμε, μόλις οι καλεσμένοι μας είδαν το ψάρι έπεσαν βροχή οι ερωτήσεις. Οι κουβέντα άναψε πάλι αλλά αυτή την φορά μασουλώντας την υπέροχη ροφόσουπα και όλες τις άλλες τοπικές λιχουδιές της μαμάς.

Το επόμενο πρωινό πήγα για βουτιά. Ο καιρός σταθερός στα 7 μποφόρ και έτσι διάλεξα μια παραλία για να ψαρέψω μέσα στα κύματα. Έβαλα και ένα τρίκιλο βαρίδι και βούτηξα πηγαίνοντας δεξιά προς κάτι ξενέρια. Στο 1ο κιόλας καρτέρι μου ήρθε ένας μεγάλος κέφαλος. Όμως ο έντονος κυματισμός δεν με άφηνε να σημαδέψω καλά, με αποτέλεσμα να χτυπήσω χαμηλά το ψάρι και αυτό να μου φύγει. 
«Το καλό είναι ότι θα ζήσει» σκέφτηκα. Στο επόμενο καρτέρι αστόχησα σε έναν καλό σαργό. Ακόμη δεν κατάλαβα πως! 
«Δεν πειράζει» είπα μέσα μου και συνέχισα. Έπιασα δύο σκάρους. Σε ένα καρτέρι μου ήρθε ένας κακαρέλος μέσα σε ένα κοπάδι από γερμανούς. Σημάδεψα και πάτησα την σκανδάλη και έπιασα μεν τον κακαρέλο αλλά και έναν γερμανό κατά τύχη. Συνέχισα και έπιασα τέσσερις σαργούς. Ο προτελευταίος έτρεχε σαν τρελός ανάμεσα στις πέτρες, μέχρι που μπήκε σε ένα φρυδάκι που ίσα-ίσα χωρούσε. Αν δεν είχα παρακολουθήσει την όλη του πορεία προσεχτικά μέσα στα κύματα σίγουρα δεν θα έψαχνα εκεί που χώθηκε. Όταν τον έπιασα (700 γρ) αποφάσισα να βγω. Εκεί όμως που σερνόμουν στον βυθό, βλέπω έναν ωραίο σαργό να μασουλάει κάτι, χωρίς να με έχει πάρει χαμπάρι. Τραβιέμαι πίσω από την πέτρα, παίρνω μια γρήγορη ανάσα και ξαναβουτάω. Σέρνομαι στον βυθό με όλες τις αισθήσεις μου σε συναγερμό αλλά το ψάρι δεν ήταν εκεί. Βγαίνω λίγο πιο πολύ και βλέπω την ουρά του. Το ψάρι είναι ένα μέτρο πιο δεξιά και πιο κοντά σε εμένα από εκεί που το είχα πρωτοδεί. Δεν έχω και πολλά περιθώρια πριν με πάρει χαμπάρι και μόλις βλέπω λίγο την ράχη του ρίχνω. Πετάχτηκε ο σαργός για να φύγει αλλά ήταν αργά.  

Έπιασα τον 950 γρ σαργό και βγήκα χωρίς να ψαρέψω τα υπόλοιπα 30 περίπου μέτρα. Στην παραλία έβγαλα τις φωτογραφίες μου και πήγα σπίτι. 

Εκεί έγινε ένας μικρός χαμός με τον θείο και βγάλαμε πάλι μερικές φωτογραφίες.

Φάγαμε μεσημεριανό και ξεκούραση. Το απόγευμα πήγαμε για μπάνιο. Όχι πως εγώ θα έκανα, αλλά όποιος ήθελε μπορούσε. Πόσα όμως πράγματα παίρνουμε δεδομένα στην ζωή μας. Για εμάς η θάλασσα είναι δεδομένη. Τα καλοκαίρια την χαιρόμαστε και όχι μόνο, αλλά υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν ξαναδεί και δεν έχουν κολυμπήσει στην ζωή τους.  Έτσι και με την Χιότ. Ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπε από τόσο κοντά και πρώτη φορά που μπήκε μέσα. Με το που μπήκε την δοκίμασε να δει αν είναι αλμυρή όπως λένε! Στην Αιθιοπία είχε μπει σε μια λίμνη μέχρι το γόνατο και αυτό με τα χίλια παρακάλια του θείου Νίκου. Ας μην ξεχνάμε ότι τα νερά των λιμνών ως επί των πλείστων έχουν χρώμα καφέ και υπάρχουν και οι κροκόδειλοι σε πολλούς μεγάλους αριθμούς. Εννοείται ότι η συγκεκριμένη λίμνη δεν είχε κροκοδείλους.
Το βάφτισμα του πυρός το ανέλαβε κατεξοχήν η Σοφία και λιγότερο η μάνα μου. Έβλεπα τον φόβο της Χιότ να μπει μέσα στο νερό και πολύ περισσότερο να κολυμπήσει. Με τα πολλά η Σοφία την κατάφερε να μην πατάει τα πόδια της (στα ρηχά πάντα) και να απολαύσει όσο μπορούσε την ελευθερία που σου προσφέρει το υγρό στοιχείο. 

Πόσο όμορφο είναι να βλέπεις έναν συνάνθρωπό σου να ξεπερνάει έστω και για λίγο έναν φόβο του. «Πόσα πράγματα παίρνω δεδομένα ενώ δεν είναι έτσι» αναρωτήθηκα…..
Την επομένη αποφάσισα να πάω στον ίδιο τόπο για ψάρεμα, μόνο που αυτή την φορά θα πήγαινα προς τα αριστερά, με τον ίδιο εξοπλισμό και την ίδια ταχτική. Πλακώθηκα στα καρτέρια και στο σύρσιμο στον βυθό και έπιασα γρήγορα έναν μισόκιλο σικυό, 2 σκάρους και 2 σαργούς. Σε μια φάση καθώς βγαίνω από έναν βράχο το μάτι μου πιάνει μια κίνηση να μπαίνει κάτω από έναν βράχο. Παίρνω ανάσα και βουτάω και στο βάθος της σχισμής έχει έναν ωραίο σαργό. Κάνω ένα καρτεράκι και έρχεται προς το μέρος μου και πιάνω έναν σαργό του κιλού. 
«Καλά πάμε και είναι πολύ νωρίς ακόμη» σκέφτηκα. Βάζω τον σαργό μαζί με τα άλλα ψάρια και οπλίζω. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και βουτάω και σέρνομαι στο βυθό. Έχει μπροστά μου τρία ανοίγματα ο βυθός και διαλέγω να πάω ίσια. Με το που βγαίνω, κοιτάω μπροστά και από κάτω μου, στην σκιά του βράχου έχει δύο ροφούς στα 2-3μ νερό. Σημαδεύω τον πιο μεγάλο και ρίχνω. Πετυχαίνω το ψάρι στον σβέρκο και σκέφτομαι ότι δεν έχω ανοίξει την κάμερα. Βρίσκει ευκαιρία ο ροφός και παίρνει δρόμο για να βραχώσει. Μέχρι να συνέλθω και να μαζέψω τα μπόσικα έχει προλάβει να βάλει κεφάλι του σε μια τρύπα. Αναδύομαι κρατώντας το σκοινί τεντωμένο. Παίρνω μια γρήγορη ανάσα και ξεβραχώνω τον τεσσάρι ροφό (3,890 γρ.). 

Τον πήρα αγκαλιά, τον φίλησα ζητώντας του συγνώμη (όπως κάνω πάντα με όλα τα θηράματά μου) και βγήκα χωρίς να ψαρέψω άλλο και ας είχα βουτήξει ούτε δύο ώρες πριν. Το ψάρεμα είχε πάει πολύ καλύτερα από ότι περίμενα. Έβγαλα τις ανάλογες φωτογραφίες και πήγα σπίτι. 

Μόλις έδειξα το ψάρι να οι φωτογραφίες, οι αγκαλιές ….. 

Όμως ο πατέρας μου έλειπε από την όλη φάση. Παραξενεύτηκα γιατί συνήθως δεν χάνει κάτι τέτοιες στιγμές και έψαξα να τον βρω. Είχε πάει πίσω στον κήπο και μάζευε φραγκόσυκα. Δεν με είχε πάρει χαμπάρι ότι είχα γυρίσει. Τον είδα να καμαρώνει ενώ είχε κόψει ένα φίλο από την φραγκοσυκιά που είχε πάνω από 20 μεγάλα και ζουμερά φραγκόσυκα. Χωρίς να χάσω ευκαιρία τον έβγαλα φωτογραφία.  
Δυστυχώς την επομένη ο θείος Νίκος και η Χιότ έφυγαν αεροπορικώς για Θεσσαλονίκη. Είχε κάποιες δουλείες να τελειώσει και μετά πίσω στην Αιθιοπία ξανά. Ελπίζω να μην χρειαστούν να περάσουν άλλα 20 χρόνια για να τους ξαναδώ. Ποιος ξέρει ίσως να πάμε να τους δούμε μαζί με την Σταυρούλα και την Σοφία.