Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Ένα Αιθιοπικό σαββατοκύριακο στην Ερέτρια....

Μετά από δύο εβδομάδες αφ’ ότου έφυγε από κοντά μας ο πολυαγαπημένος μου αδελφός Σταύρος, το σόι αποφάσισε να μαζευτεί για ένα σαββατοκύριακο για κάτι πιο ευχάριστο. Μαζευτήκαμε στο εξοχικό του αδελφού της μητέρας μου, του θείου μου Γιάννη και της θείας Βάσως (εκνευρίζεται όταν την φωνάζω θεία χαχα) στην Ερέτρια της Εύβοιας. Εκεί ήταν και η κόρη τους Στέλλα, τα ξαδέλφια μου η Μαίρη και η Εύη, ο Γιώργος και η Ελένη και η Αθηνά με τον Δημήτρη. Χρειάζεται να εξηγήσω ότι αυτό το κομμάτι του σογιού μου έχει να κάνει με την Αιθιοπία, μιας και οι περισσότεροι μας έχουμε γεννηθεί ή ζήσει αρκετά χρόνια εκεί. Ιδιαίτερα εμένα και την Στέλλα που μας συνδέει και μια συγγένεια μέσω Τόλα!!!

Μαζευτήκαμε λοιπόν και φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει το παραδοσιακό Αιθιοπικό φαγητό. Έτσι το τραπέζι στρώθηκε και σερβιρίστηκαν τα διάφορα πιάτα, που το κύριο συστατικό τους είναι το κόκκινο πιπέρι παρασκευασμένο στην Αιθιοπία. Δεν αποτελείται μόνο από κόκκινη, ξεραμένη και κονιορτοποιημένη πιπεριά (που είναι το κυρίως συστατικό) αλλά και άλλα μπαχαρικά που προσθέτουν μια γλυκιά καούρα σε όποιον δοκιμάσει. Αν προσθέσουμε και την νοσταλγία που πιάνει όποιον έχει ζήσει εκεί, τότε η γεύση του Αιθιοπικού φαγητού είναι απίστευτη. Προσωπικά μιλώντας μου έρχονται μνήμες από τα παιδικά μου χρόνια, το πως περνούσα, τους φίλους μου αλλά ιδιαίτερα όταν τριγυρνούσα με ένα αεροβόλο στην φάρμα του πατέρα μου και κυνηγούσα. Ότι κινείτο κινδύνευε ασχέτως μεγέθους! Αν και σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. μιας λεοπάρδαλης, ενός 2-3 μ κροκόδειλου ή ενός παρόμοιου βόα κ.α. ) δεν ξέρω ακόμη ποιος κυνηγούσε ποιόν, αλλά τέλος πάντων.... αφού την γλίτωσα...


















Είπαμε ιστορίες για το σόι, το βραδάκι παίξαμε μπάσκετ (ο Θεός να βάλει το χέρι Του αν αυτό ήταν μπάσκετ! ) αλλά είχε πλάκα. 
Ψήσαμε και καλαμπόκια στα κάρβουνα και κάτι καβούρια που είχα φέρει εγώ και έτσι κύλισε η νύχτα και μας πήρε ο ύπνος. Ξυπνήσαμε αργά και αρχίσαμε τα πλάνα για το που θα πάμε για μπάνιο. Είμαστε καμιά δεκαριά και είχαμε εννοείτε δέκα διαφορετικές γνώμες. Εμένα όμως κάτι είχε αρχίσει να με «τρώει» από την προηγούμενη. Τόσο αργά μέσα στο καλοκαίρι (αρχές Ιουλίου) δεν έχω ψαρέψει ποτέ τον Ευβοϊκό. Τέτοιες εποχές συνήθως είμαι στο Αιγαίο. Έτσι τους άφησα να πάμε όπου ήθελαν και δώσαμε ραντεβού αργά το απόγευμα. Είχα πάρει και τον ανάλογο εξοπλισμό μήπως και μου δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία…. Τώρα όμως ήμουν ήδη στην Εύβοια και μπορούσα να πάω πολύ πιο ψηλά στον Β. Ευβοϊκό σε λιγότερο χρόνο από ότι θέλω όταν είμαι στην Αθήνα. Έτσι πήρα την απόφαση και τράβηξα πολύ ψηλά. Γνώριζα κάποια μέρη από παλιά και ήθελα να τα δοκιμάσω. Δεν θα ψάρευα και πολύ βαθιά, γιατί τα πιπεράτα φαγητά την προηγούμενης ημέρας δεν θα μου το επέτρεπαν. Έτσι θα έκανα ρηχά σχετικά καρτέρια και ο Θεός βοηθός.
Έφτασα εκεί που ήθελα, ντύθηκα σε μια σκιά και βούτηξα προς το μικρό καβάκι 50 μ. πιο πέρα. Είχε απίστευτη ορατότητα, πράγμα που δεν μου άρεσε αλλά δεν μπορούσα να κάνω και αλλιώς. Στα πρώτα καρτέρια τίποτα. Δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Συνέχισα και μόλις έφτασα στο καβάκι έκανα ένα καρτέρι σε βάθος περίπου -15 μ. Είδα μια σκιά να έρχεται καταπάνω μου από μακριά και αυτό μου έδωσε μεγαλύτερη διάρκεια στο καρτέρι μου. Το γοφάρι με πλησίασε αρκετά κοντά και μόλις έκανε να στρίψει του έριξα σημαδεύοντας την σπονδυλική του στήλη. Έτσι και έγινε και αυτό απλά βούλιαξε τρέμοντας ελαφρά.


Το πήρα, το φίλησα ζητώντας του συγνώμη και το κρέμασα στην ψαροβελόνα μου. Βασικά το ψάρεμά μου είχε τελειώσει αλλά είχα κάνει πολλά χιλιόμετρα για να φτάσω σε αυτό τον ψαρότοπο και είπα να συνεχίσω λίγο ακόμη. Στα επόμενα καρτέρια δεν είδα τίποτα. Ανοίχτηκα και άλλο και έφτασα σε ένα πλάτωμα στα -15 μ. που είναι γεμάτο με πέτρες ανάμεσα στα φύκια. Ιδανικός τόπος για καρτέρια. Κάποια στιγμή φάνηκε μια τσιπούρα. Ήρθε πολύ διστακτικά, έκανε έναν μεγάλο κύκλο και με πλησίασε από τα πλάγια. Έστριψα το ψαροτούφεκό μου την τελευταία στιγμή και πάτησα την σκανδάλη. Η τσιπούρα χτυπήθηκε ψιλά στο κέντρο και τράπηκε σε φυγή. Ήταν όμως πολύ αργά και την έφερα εύκολα στην στα χέρια μου.

Έκανα το γνωστό τελετουργικό και συνέχισα τα καρτέρια. Είχα αποφασίσει να ψαρέψω όλο το πλάτωμα και μετά να βγω. Καθώς κολυμπούσα είδα αρκετούς κεφάλους κοντά στον πυθμένα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και βούτηξα. Προσγειώθηκα πάνω σε ένα βράχο και καρτέρεψα στο ύψος που ήταν τα ψάρια. Οι κέφαλοι ήταν παντού. Τα περισσότερα ψάρια ήταν κοντά στα δύο κιλά με τις κοιλιές τους πρησμένες και τριβόντουσαν ο ένας με τον άλλον.

«Έχουν έρθει για να γεννήσουν» σκέφτηκα και αποφάσισα να μην ρίξω. Εξάλλου είχα πιάσει αυτά που ήθελα. Τώρα αν κάποιο γοφάρι ή λαβράκι εμφανιζόταν αυτή είναι μια άλλη περίπτωση. Έκανα συνέχεια καρτέρια ανάμεσα στους κεφάλους, με αποτέλεσμα τα ψάρια να ηρεμήσουν τόσο πολύ που κάποια από αυτά ερχόντουσαν τόσο κοντά μου ώστε να περνάνε πάνω από το ψαροτούφεκό μου. Ικανοποιημένος από το όλο θέαμα συνέχιζα να το απολαμβάνω, όταν διέκρινα μια σιλουέτα πιο βαθιά να κινείται ανεπαίσθητα ανάμεσα στους κεφάλους. Ένας μεγάλος λύκος ήταν ανάμεσα τους ψάχνοντας την κατάλληλη ευκαιρία να επιτεθεί. Τράβηξα μια χεριά και το πλησίασα αρκετά και πάτησα την σκανδάλη. Το μεγάλο γοφάρι τινάχτηκε και αντί να φύγει στα ανοιχτά γύρισε με απίστευτη ταχύτητα μπερδεύοντας το σκοινί ανάμεσα στις πέτρες. Πριν προλάβω να κάνω οτιδήποτε το είδα να χτυπιέται και τελικά να ξεψαρίζει και να χάνεται στο μπλε. Στεναχωρήθηκα αλλά από την άλλη ευχήθηκα να μην ψοφήσει από τα τραύματα που εγώ του είχα προκαλέσει. Έτσι με αυτά τα συναισθήματα πήρα τον δρόμο για να βγω έξω. Στο τέλος του πλατώματος εμφανίστηκαν πάλι κέφαλοι. Αυτή την φορά ήταν κοντά στην επιφάνεια και εγώ απλά τους παρατηρούσα. Όμως ανάμεσά τους να πάλι ένας λύκος. Και αυτός ασάλευτος περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία. 

«Έσπασα» την μέση μου και πάτησα την σκανδάλη. Το μεγάλο γοφάρι τινάχτηκε αλλά δεν είχε που να κρυφτεί και εγώ το έφερα γρήγορα στα χέρια μου, όπου ξέρασε έναν μισοχωνεμένο κέφαλο. 

Του έδωσα ένα γρήγορο τέλος και φιλώντας το, βγήκα έξω χωρίς να το βγάλω πάνω από την βέργα μου για να μην μπω στον πειρασμό να ψαρέψω και άλλο. Μου είχε δώσει πολύ περισσότερα από ότι ήθελα. Βγήκα στην παραλία και χωρίς να αλλάξω οδήγησα και πήγα και βρήκα τον φίλο μου τον Πέτρο όπου βγάλαμε τις φωτογραφίες που ήθελα.

Εκεί άλλαξα και τράβηξα για το κτήμα του θείου. Έγινα ο χαμός μόλις είδαν τα ψάρια και έτσι τελείωσε ένα ακόμα υπέροχο Σαββατοκύριακο. Αποχαιρετιστήκαμε και πήραμε τον δρόμο για τον γυρισμό και φυσικά για άλλη μια φορά θα οδηγούσε η Σταυρούλα. 
Το 1ο  γοφάρι ζύγιζε 2,970 γρ, το 2ο 3,990 γρ και η τσιπούρα 750 γρ.




Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

Καλοκαίρι στην Αντίπαρο.



Μετά από πολλά χρόνια βρέθηκα πάλι στην Αντίπαρο για καλοκαιρινές διακοπές με την Σταυρούλα. Θα καθόμασταν δύο εβδομάδες. Είχαμε κλείσει δωμάτιο λίγο έξω από την πόλη, σε αμφιθεατρική θέση αλλά το σπουδαιότερο ήταν ότι ήμασταν μακριά από την φασαρία. «Ψαρευτηκά» δεν είχα και πολλές πληροφορίες. Μάλλον αυτά που μου είπε ο Σπύρος ήταν εντελώς αποκαρδιωτικά. Επειδή όμως ήθελε η Σταυρούλα να πάμε, έκανα την καρδιά μου πέτρα και ενέδωσα. Άλλωστε θα ψάρευα μετά στην Κάρπαθο. Ο μόνος όρος που είχα βάλει πριν διαλέξουμε ήταν να είχε κοντά θάλασσα. Και να που βρέθηκα στην Αντίπαρο. Η φιλοξενία της Άννας και του Σωτήρη απερίγραπτη. Λες και γνωριζόμασταν από παλιά. Η παρέα μας έδεσε για τα καλά και εγώ αναγκάστηκα να υποσχεθώ ψαροφαγία. Τα παιδιά έχουν πολλές γάτες οι οποίες είναι πολύ φιλικές όπως βλέπετε και στην φωτογραφία. 




Ημέρα 1η. Άνοιξα τον χάρτη και προσπάθησα να διαλέξω ένα «καλό» μέρος. Βέβαια το ισχυρό μελτέμι δεν μου άφησε και πολλές επιλογές. Διάλεξα ένα μέρος και τράβηξα για τα νότια. Άφησα την Σταυρούλα σε μια παραλία με κόσμο και εγώ τράβηξα σε κάτι βραχονησίδες κολυμπιτά. Έκανα κάτι καρτεράκια στα ρηχά αλλά τίποτε. Ανοίχτηκα και άρχισα τις βουτιές. Ότι μου άρεσε το έψαχνα. Τίποτε, παντού νέκρα. Είχα ανοιχτεί αρκετά όταν σε ένα φρύδι είδα μια γνώριμη σιλουέτα. Ήταν αρκετά μέσα στην σχισμή και δεν την έφτανα με το χέρι μου και έτσι αναγκάστηκα να της ρίξω με το ψαροτούφεκο. Ρίχνω και πιάνω μια κολοχτύπα ή αλλιώς καραβίδα περίπου 1 κιλό. Την κρεμάω στην σημαδούρα αλλά η πείρα μου έχει δείξει ότι αυτές πολλές φορές δεν είναι μόνες τους. Μετά από ένα προσεχτικό ψάξιμο βρήκα άλλη μια λίγο πιο μικρή και την έπιασα και αυτήν. Όλος χαρά για την αναπάντεχη επιτυχία πήρα τον δρόμο για τον γυρισμό. Αποφάσισα όμως να μην ξανακολυμπήσω το ίδιο μέρος, αλλά να γυρίσω πιο ανοιχτά από εκεί που ήρθα. Έτσι καθώς γυρνούσα και σε βάθος περίπου 25μ βλέπω μια σκιά να γλιστράει σε ένα μονόπετρο. Συναγερμός! Ποντίζω την σημαδούρα πιο πέρα και αφού ηρεμώ βουτάω. Το ψάρι άφαντο. Ψάχνω από εκεί που μπήκε αλλά τίποτε. Αναδύομαι. Ξανασκέφτομαι το όλο σενάριο, όταν λίγο πιο ρηχά βλέπω 2-3 μεγάλους σαργούς να κόβουν βόλτα πάνω από μια σχισμή που δεν είχα προσέξει.



«Τι θέλουν εκεί και δεν κρύβονται;» αναρωτήθηκα. Ηρεμώ πάλι παίρνω μια βαθιά ανάσα και βουτάω. Με το που πλησιάζω, τα ψάρια μπήκαν μέσα στην σχισμή. «Στην χειρότερη θα πιάσω ένα καλό σαργό» σκέφτηκα και πλησίασα την σχισμή όσο πιο ήρεμα μπορούσα. Οι σαργοί έκοβαν βόλτες αλλά πίσω του φαινόταν ο ροφός. Δεν χρειαζόταν να ανοίξω φακό, σημάδεψα κεφάλι και πάτησα την σκανδάλη. Δεν συνέβη όμως τίποτα και εγώ θεώρησα ότι μάλλον αστόχησα. Τραβάω την βέργα η οποία ήρθε εύκολα στα χέρια μου αλλά ήταν βαριά. Τράβηξα τον ροφό έξω, ενώ οι σαργοί εξαφανίστηκαν στο πέλαγος, και παίρνοντας αγκαλιά τον πεντάρι ροφό (4,870 γρ) βγήκα στην επιφάνεια. Το ψάρεμα είχε όντος τελειώσει. Πήγα βρήκα την Σταυρούλα βγάλαμε τις φωτογραφίες που ήθελα και γυρίσαμε πίσω. Το τι έγινε όταν τα είδαν δεν λέγεται. Την επομένη στήσαμε ένα τρικούβερτο γλέντι. Η Άννα και ο Σωτήρης μαζί με την Μαρίκα και τον Δαμιανό (αδελφός της Άννας) είχαν φτιάξει ένα σωρό πίτες στο ξυλόφουρνο που έχουν, και πολλές άλλες ντόπιες λιχουδιές. Βάλαμε στα κάρβουνα τον ροφό και τις κολοχτύπες και τα πιρούνια αναστέναξαν.



2η μέρα. Τρείς μέρες αργότερα πήγαμε για μπάνιο με την Σταυρούλα σε μια παραλία στα ανατολικά του νησιού. Ο καιρός είχε πέσει και είπαμε να δοκιμάσουμε εκεί. Κάτι με έτρωγε και αποφάσισα να κάνω μια τρίωρη βουτιά ενώ θα κολυμπούσε η Σταυρούλα. Έφτασα στον κάβο αλλά δεν είχα βρει τίποτε. Μετά τον κάβο βρήκα μια σχισμή όπου μέσα είχα μελανούρια. Έπιασα 5, τα πιο μεγάλα, αφήνοντας μέσα αρκετά. Λίγο πιο κάτω ένας διάρης ροφός έκανε το λάθος να βγει να κοιτάξει αυτό το περίεργο πλάσμα που είχε κρυφτεί πίσω από ένα δεμάτι φύκια. Έπιασα και δυο σκάρους σε καρτεράκια και είπα να γυρίσω πίσω αλλά αφού ανοιχτώ. Έπεσα πάνω σε κάτι αμμόπλακες στη μέση του πουθενά και πήρα 3 ωραίους σαργούς και βγήκα.Ο ξυλόφουρνος άναψε στο άψε σβήσε και το  τσιμπούσι δεν άργησε να αρχίσει.... 

3η μέρα. Έπεσα με αρκετό καιρό για καρτέρια μέσα στο κύμα μήπως πιάσω σαργούς αλλά βγήκα μετά από δύο ώρες χωρίς καν να ρίξω!!!

4η και τελευταία μέρα. Σε δύο μέρες θα φεύγαμε και έτσι τα βάρος έπεσε πάνω μου να φέρω κανένα ψάρι να φάμε στο αποχαιρετιστήριο δείπνο. Το μελτέμι είχε πάλι αγριέψει και έτσι αποφάσισα να πάω στα νότια του νησιού και ο Θεός βοηθός. Πήγαμε σε μια παραλία και εγώ αφού ντύθηκα βούτηξα για ένα γρήγορο ψάρεμα. Η Σταυρούλα με την Άννα και τον Σωτήρη θα έκαναν μπάνιο όσο εγώ θα ψάρευα. Στις πρώτες βουτιές βλέπω κάτι μεγάλους κεφάλους. Γρήγορο καρτέρι και τα ψάρια έρχονται. Σημαδεύω έναν από τους πιο μεγάλους και ενώ είμαι σίγουρος για την επιτυχία, αστοχώ. Το κοπάδι φεύγει και εγώ μένω με την βέργα στο χέρι όλο απορία για το πώς αστόχησα. Η πολλή σιγουριά βλάπτει!!! Συνεχίζω και ανοίγομαι αλλά δεν έχει και καλό βυθό. Είναι ένα συμπαγές μέρος που βαθαίνει ομαλά χωρίς πολλές εναλλαγές. Δεν έχω άλλη επιλογή από το να κολυμπήσω μήπως και βρω τίποτε. Σε κάποια στιγμή το συμπαγές έχει σπάσει σε μεγάλα κομμάτια σε βάθος 25μ και βαθαίνει. Δεν σκόπευα να βουτήξω στο τελείωμα του, που έφτανε στα 30μ, μόνος. Οπλίζω στην 2η σκάλα το 80δυάρι μου και αρχίζω το ψαχτήρι. Κάτι μελανούρια τρέχανε, κάτι σαργοί χάθηκαν πριν προλάβω να ρίξω. Η μια βουτιά ακολουθούσε την άλλη όταν σε μια σχισμή κάτι δεν ταίριαζε με το περιβάλλον. Σημαδεύω και ανάβω φακό. Βλέπω μια μαύρη μούρη να με κοιτάει και ρίχνω. Τίποτε! Πιάνω την βέργα που έρχεται πάλι βαριά. Έχω πετύχει ανάμεσα στα μάτια μια τεσσάρα (3980) στήρα!!! Την παίρνω αγκαλιά και ανεβαίνουμε στην επιφάνεια σαν ερωτευμένο ζευγάρι. Της δίνω και ένα τσιριχτό φιλί, αφού της ζήτησα συγνώμη πρώτα, και την κρεμάω στην σημαδούρα. Δεν ψάρεψα άλλο. Απλά κολύμπησα και βγήκα. Έγινε της κακομοίρας όταν είδαν το ψάρι.





















Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες και φύγαμε. Το αποχαιρετιστήριο δείπνο έγινε την επομένη το βράδυ που συνοδεύτηκε από φρεσκοζυμωμένα τυροπιττάκια και ψωμί από τον γνωστό ξυλόφουρνο και ένα σωρό άλλες Αντιπαριώτικες λιχουδιές. Ήρθαν και δύο φίλοι των παιδιών με τις κιθάρες τους και καταλαβαίνεται πόσο «άσχημα» περάσαμε για ακόμη μια βραδιά. Φυσικά κάποιοι απρόσκλητοι επισκέπτες έψαχναν κατόπιν εορτής καμιά ξεχασμένη λιχουδιά! 





































Την επομένη πήραμε τον γυρισμό για την Αθήνα. Η Αντίπαρος και ειδικά η φιλοξενία των παιδιών μας κέρδισαν και από ότι φαίνεται θα πάμε πάλι εκεί. Ας είναι. Θα κάνω πέτρα την καρδιά μου και θα πάω, χαχα!!!    





Υ.Γ. Τελικά δεν καταφέραμε να πάμε με την Σταυρούλα στην Αντίπαρο φέτος το καλοκαίρι. που θα πάει όμως υπάρχει και το φθινόπωρο....