Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Κυθήρων... αναμνήσεις...



Χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Βρεττός Παχούλης.
«Έλα Ζάχο, πως είσαι;» και πριν προλάβω να του απαντήσω, με ρώτησε «Τι κάνεις αυτή την εβδομάδα;».
«Καλά….. Την Παρασκευή φεύγω για Κάρπαθο. Εσύ που είσαι;»
«Στα Κύθηρα. Όμως αρχές Αυγούστου θα ανέβω στην Αθήνα για προπονήσεις με την εθνική του μπόουλινγκ, μιας και στα μέσα Αυγούστου είναι το Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Γιατί δεν έρχεσαι αεροπορικώς πριν πας Κάρπαθο; Δεν θα φέρεις όπλα, βαρίδια και σημαδούρα. Τι λες:» μου λέει.
Έμεινα εμβρόντητος από την χαρά μου. «Άσε να το σκεφτώ και θα σου πω, φιλιά σε όλους» του απάντησα και κλείσαμε το τηλέφωνο.
Έκανα τους σχετικούς προγραμματισμούς και είδα ότι μπορούσα να πεταχτώ για ένα τριήμερο στα Κύθηρα που είναι ένας αγαπημένος μου ψαρότοπος. Ο Βρεττός με πήρε από τα αεροδρόμιο και καταστρώναμε τα σχέδια για την βουτιά μας. Το μόνο δυσάρεστο ο ισχυρός ΒΒΔ που δεν μας άφηνε να πάρουμε το σκάφος. Έτσι πήγαμε ένα κολημπιτώ  και πιάσαμε 2 μαύρα (ροφοί 3 και 2,5 κιλά) δύο σικυούς, έναν σαργό και κάτι σκάρους.
 Την επομένη μια από τα ίδια. Όμως την τρίτη μέρα ο καιρός γύρισε σε Δυτικό και έτσι πήραμε το φουσκωτό του Βρεττού και πήγαμε στα μέρη που γνωρίζει καλά. Προτού πιάσουμε τα βαθιά πήγαμε σε κάτι πλάκες για σαργούς για να «ανοίξουμε» όπου ο Βρεττός έπιασε δύο σαργούς και έναν σκάρο και εγώ έναν σαργό. Μετά πήγαμε στα βαθιά κομμάτια του Βρεττού. Στο πρώτο καρτέρι είδε μια τρίκιλη πήγκα αλλά το ψάρι δεν ερχόταν. Βουτάω μετά εγώ και είδα ένα μανάλι που δεν μου έδωσε σημασία και συνέχισε την πορεία του. Οι βουτιές διαδέχονταν η μια την άλλη όπου σε μια βουτιά στα βαθιά είδα δυο ροφούς, ο ένας μεγάλος. Το λέω του Βρεττού που τα είδα και μου λέει να πάμε από τον άλλο κάβο γιατί μας καλύπτει καλύτερα. Και είχε δίκιο μιας και ξέρει τα μέρη πολύ καλά. Κάνω την βουτιά και προσγίνομαι στα -24μ πάνω σε ένα μονόπετρο και παρατηρώ. Το μεγάλο ψάρι έχει στρίψει και έχει προχωρήσει από εκεί που το είδα πριν. Όμως με κοιτάει κουνώντας τα πλαϊνά του πτερύγια αλλά είναι καμιά δεκαριά μέτρα μακριά και τρία με τέσσερα πιο βαθιά. Ο ροφός είναι μεταξύ 12-15 κιλά. Τραβάω με το χέρι μου και πηγαίνω πάνω του και μισό μέτρο πριν μπει στο βεληνεκές του όπλου στρίβει και κατευθύνεται στη σπηλιά του. Έχω οριακή βολή στο μεγάλο ψάρι αλλά μια ο όγκος του ψαριού, μια το μεγάλο βάθος δεν πατάω την σκανδάλη.
«Δεν είναι βάθος για ξεβραχώματα» είπα στον εαυτό μου καθώς το μεγάλο ψάρι χανόταν στο μονόπετρό του. Το καταδυτικό ρολόι έδειχνε -27,7μ. Αναδύομαι και εξιστορώ στον Βρεττό τι έγινε. Μετά από λίγη χαλάρωση βουτάει και πηγαίνει στην τρύπα που χάθηκε το μεγάλο ψάρι. Την έψαξε όλη αλλά δεν βρήκε τίποτα. Το βάθος ήταν -28,8μ. 
Του λέω: «Θα κάνω άλλη μια και φύγαμε». Κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και αφού προετοιμάστηκα βούτηξα. Αυτή την φορά όμως με έκρυβε το μονόπετρο του ψαριού και όταν έφτασα στην κορυφή του έβγαλα το κεφάλι μου να δω. Από την βάση του ένα μεγάλο ψάρι έχει βγει κυριολεκτικά για βόλτα. Ο ροφός έκοβε βόλτες και ετοιμαζόταν να πάει στο απέναντι μονόπετρο όταν με πήρε χαμπάρι. Γύρισε και στάθηκε λαμπάδα να με κοιτάει.
«Δεν είναι το ψάρι που είδα, αλλά δεν με πειράζει» είπα στον εαυτό μου. 
Έδωσα μια χεριά και έφυγα πάνω του χωρίς να κουνάω τα πέδιλα. Το ψάρι παρέμεινε για λίγο ακίνητο και μόλις το πλησίασα έστριψε προς την τρύπα παραμένοντας να αιωρείται ένα μέτρο από τον πυθμένα. Τέντωσα το χέρι μου, σημάδεψα κεφάλι και του έριξα πετυχαίνοντας το ροφό ψιλά στο αριστερό μάγουλο. Το ψάρι χτύπησε δυνατά την ουρά του και προσπάθησε να χωθεί στην τρύπα του. Το δυνατό μου τράβηγμα το έβγαλε έξω και ανοίγοντας το μουλινέ άρχισα να αναδύομαι. Όμως με το τράβηγμά μου σκάλωσε στο βράχο η ουρά της βέργας. Όταν το είδα αυτό πάγωσα, γιατί  σκέφτηκα ότι το ψάρι μπορεί να "ξεψαρισει". Ο ροφός άρχισε να παλεύει για να απελευθερωθεί από την βέργα με συνέπεια να ξεκολλήσει την βέργα από τον βράχο. Χαρούμενος ανέβαινα όταν με πρόλαβε ο Βρεττός και μου πήρε το όπλο. Ανεβάσαμε το ψάρι στην επιφάνεια όπου του δώσαμε ένα γρήγορο τέλος όλο χαρά. Το φίλησα και του ζήτησα συγνώμη. 

Ο τόπος βρώμισε καθώς ο ροφός ξέρασε ένα μεγάλο μισοχωνεμένο χταπόδι. Τον ξεπλύναμε καλά και συνεχίσαμε να ψαρεύουμε. Λίγο πιο κάτω ο Βρεττός σε ένα καρτέρι είδε μια μεγάλη στείρα 4-5 κιλά να εξαφανίζεται στα άπατα. Έτσι έστριψε το όπλο του και πήρε μια δίκιλη στείρα που τον κοίταζε λίγο πιο βαθιά. Κάναμε πολλές βουτιές και σε μια δυο περιπτώσεις είχαμε την ευκαιρία για μακρινές βολές σε μεγάλα μαύρα. Αλλά επειδή οι βουτιές ήταν κοντά στα -30μ. είχαμε πει ότι δεν θα ρίχναμε αν δεν ήμασταν σίγουροι για να αποφύγουμε τυχόν βραχώματα σε αυτά τα βάθη και ότι οι βολές θα ήταν μόνο στο κεφάλι των ψαριών. Εξάλλου είχαμε πιάσει το μεγάλο μαύρο μας. Στο τέλος του ψαρέματος ο Βρεττός έπιασε και ένα διομισάρι μανάλι σε ένα καρτέρι. Κουρασμένοι από τις πολλές βουτιές βγάλαμε τις ανάλογες φωτογραφίες και πήραμε τον δρόμο για τον γυρισμό. Ο ροφός ζύγιζε 9,5 κιλά.       



Η συνολική μας ψαριά!

            

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Η γκρίνια του Ζακ...


 
Φωτογραφίες: Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ - Σπύρος Μαρίνης
Από το προηγούμενο βράδυ καταστρώναμε τα σχέδια για την εξόρμηση μας, ο Σπύρος (Μαρίνης) ήθελε να πάμε για βαθιά βουτιά ενώ εγώ του γκρίνιαζα:
«Που να πάμε με τόσο κρύο. Πάλι θα βουτάμε στα άπατα χωρίς νόημα και με πολύ θολούρα και κρύο».

Και δώσ' του γκρίνια. Με τα πολλά πείστηκε, (μάλλον δεν ήθελε να μου χαλάσει το χατίρι) και έτσι κατά τις 8 το πρωί ξεκινήσαμε για το γνωστό λαυρακότοπο. Μετά από μια δίωρη οδήγηση με εξιστόρηση διαφόρων γεγονότων φτάσαμε επιτέλους στον τόπο που θέλαμε να ψαρέψουμε. Η ηλιοφάνεια ήταν εκπληκτική και ζέσταινε την όλη χειμωνιάτικη ημέρα. Κάναμε γρήγορα ένα πλάνο, αν και ο τόπος βοηθούσε πολύ γιατί ήταν ένας απέραντος κόλπος και έτσι δεν θα εμπόδιζε ο ένας τον άλλον. Ο Σπύρος διάλεξε να πάει δεξιά και εγώ αριστερά. Θα συναντιόμασταν ξανά σε περίπου τρεις ώρες εκτός και αν δεν βρίσκαμε τίποτα οπότε θα αλλάζαμε τόπο.

Ο ελαφρύς νοτιάς έκανε το όλο θέμα πιο ελκυστικό γιατί τα είχε θολώσει λίγο. Ντυθήκαμε γρήγορα με τις χοντρές στολές μας και βουτήξαμε σχεδόν ταυτόχρονα. Ο Σπύρος ήταν 2-3 μέτρα μπροστά μου όταν χωρίσαμε. Δεν είχα στρίψει καλά-καλά για να πάω αριστερά όταν κάτω από τα πέδιλά μου και σε βάθος περίπου ένα μέτρο, διέκρινα ένα μεγάλο χταπόδι που δεν χώραγε στην τρύπα που προσπάθησε να μπει. Όπλισα στην 1η σκάλα και του έριξα ανάμεσα στα μάτια και σχεδόν αμαχητί το ανέβασα στην επιφάνεια. Ψιλό-απόρησα πως δεν το είδε ο Σπύρος αλλά η θολούρα είχε παίξει το παιχνίδι της (μάλλον φταίει και το γεγονός πως απλά δεν ξέρει να τα ξεχωρίζει...χαχα!). Η ορατότητα στα πολύ ρηχά δεν ξεπερνούσε το 1 με 1,5 μέτρο. Κρέμασα το 2,5άρι χταπόδι στην ψαροβελόνα μου σκεπτόμενος καλή αρχή.

Ανοίχτηκα λίγο, χαιρέτισα τον Σπύρο και ξεκίνησα τα καρτέρια μου. Στην αρχή τα έκανα κάθετα προς την παραλία αλλά σε μια στιγμή το ψιλό έτρεξε πανικοβλημένο προς την παραλία. Κάτι πλησιάζει από τα βαθιά σκέφτηκα και γύρισα όσο πιο απαλά και αργά μπορούσα. Είδα δύο λαβράκια να μου έρχονται από τα βαθιά. Άφησα λίγες μπουρμπουλήθρες και τα ψάρια πλησίασαν κι άλλο. Ήταν του ιδίου μεγέθους οπότε σημάδεψα το πιο κοντινό και πάτησα την σκανδάλη. Το λαβράκι χτυπήθηκε κοντά στο κεφάλι και απλά έπεσε στην άμμο. Το άλλο έμεινε για λίγο σαστισμένο και όταν άρχιζα να μαζεύω το σκοινί της βέργας εξαφανίστηκε όπως είχε έρθει. Έπιασα το λάφυρο που πλησίαζε τα 2 κιλά, του έδωσα ένα γρήγορο τέλος και φιλώντας το, το κρέμασα και αυτό. Έτσι αποφάσισα να κάνω τα καρτέρια μου παράλληλα με την παραλία για να ελέγχω και την μεριά του πελάγους. Μετά από λίγο από την ίδια κατεύθυνση εμφανίστηκαν καμία δεκαριά μισόκιλα ψάρια. Τα χάζεψα και έπαιξα μαζί τους αφήνοντας μπουρμπουλήθρες τη στιγμή που έφευγαν κάνοντας τα να γυρίσουν σχεδόν όλα πίσω. Χαμογέλασα με την αθωότητά τους και συνέχισα το ψάρεμά μου. Η ορατότητα δεν ξεπερνούσε τα 3-4 μέτρα και η θερμοκρασία ήταν σταθερή στου 13οC. Ψάρευα σε βάθος 3-5 m. Υπήρχαν κοπάδια με καλές σε μέγεθος σάρπες από τα οποία σε κάποια καρτέρια μπορούσα να είχα πάρει μερικά ψάρια, αλλά η ιδέα ότι κυκλοφορούν λαβράκια με απέτρεψε στο να πατήσω τη σκανδάλη. Το ένα καρτέρι διαδέχονταν το άλλο όταν μερικά ευμεγέθη λαβράκια εμφανίστηκαν κοντά στην επιφάνεια και με κατεύθυνση προς τα εμένα. Το προπορευόμενο ψάρι ερχόταν καταπάνω μου αλλά ήταν πολύ ψιλά. Σκέφτηκα ότι αν γύρναγα το ψαροτούφεκο μπορεί να το τρόμαζα και φεύγοντας θα έπαιρνε και όλα τα άλλα μαζί του. Άφησα λίγες μπουρμπουλήθρες και το ψάρι άλλαξε κατεύθυνση προς τις φυσαλίδες και εγώ βρήκα το χρόνο να το σημαδέψω καλύτερα πατώντας τη σκανδάλη. Το 2,5άρι λαβράκι χτυπήθηκε κατά μήκος και έχοντας σχεδόν ολόκληρη τη βέργα στο σώμα του βυθίστηκε. Κολύμπησα και το έπιασα αγνοώντας τι έκαναν το υπόλοιπα. Χάρηκα για το αποτέλεσμα αλλά λυπήθηκα για το ψάρι και το κρέμασα φιλώντας το μαζί με τα άλλα. Συνέχισα το ψάρεμά μου και σε μια στιγμή είδα μια καλή τσιπούρα να φεύγει ήσυχα πίσω από κάτι πέτρες. Καταδύθηκα απαλά και σύρθηκα προς το μέρος που είχα δει το ψάρι. Προς μεγάλη μου έκπληξη η τσιπούρα είχε ανεβεί στα μεσόνερα και με κοιτούσε σαν να με περιγελούσε. Το ψάρι ακίνητο αλλά μακριά απλώς με παρατηρούσε. Δεν είχα και πολλές επιλογές και απλά καρτέρευα. Η τσιπούρα απτόητη. Όμως η όλη της συμπεριφορά τράβηξε την περιέργεια ενός μεγάλου σαργού. Εμφανίστηκε πίσω από τα βράχια τσιμπολογώντας δεξιά και αριστερά χωρίς να με έχει πάρει χαμπάρι. Μη ρισκάροντας έριξα στον σαργό κατά μέτωπο από μακριά. Η βέργα έπεσε πίσω από τις πέτρες χωρίς καμία αντίσταση. Αστόχησα σκέφτηκα και κολύμπησα να πιάσω τη βέργα όταν προς μεγάλη μου έκπληξη είδα τον κιλίσιο σαργό να είναι περασμένος "σουβλάκι" πάνω στη βέργα. Πήρα το σαργό τον φίλησα και τον κρέμασα και αυτόν.



Η ώρα είχε περάσει και αποφάσισα να κάνω μερικά καρτέρια ακόμη πριν γυρίσω. Λες και άκουσε την σκέψη μου ένα λαβράκι 1,4κ ήρθε με τάσεις αυτοκτονίας καταπάνω μου και το έπιασα. Αρκετά σκέφτηκα και πήρα το δρόμο του γυρισμού χωρίς να ψαρεύω άλλο. Πιο κάτω έπιασα άλλο ένα καλό χταπόδι και βγήκα κοντά στο αυτοκίνητο. Μετά από λίγο ήρθε και ο Σπύρος που είχε πιάσει και αυτός τρία καλά λαβράκια και μια υπέροχη μουρμούρα. Γεμάτοι χαρά βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες και πήραμε το δρόμο για τον γυρισμό. Δεν υπήρχε λόγος να ψαρέψουμε άλλο αν και είχαμε αρκετό χρόνο στην διάθεσή μας....









Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Ο πρώτος...

Φωτογραφίες Σπύρος Μαρίνης - Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ

Η πρώτη φορά που ψάρεψα με ψαροτούφεκο ήταν το καλοκαίρι του 1976 στην Κάρπαθο. Από τότε έχω πιάσει πολλά ψάρια, έχω μαζέψει παρά πολλές απίστευτες εμπειρίες, αλλά καμιά μέχρι σήμερα δεν συγκρίνεται σε ένταση, δύναμη και μαγεία με το ψάρεμα του τόνου στο μπλε….


34 χρόνια αργότερα στις 11-7-2009 και μετά από μια εβδομάδα από όταν είχε πιάσει τον δικό του τόνο ο Σπύρος Μαρίνης στη Σέριφο, ξεκινάμε από τη Φολέγανδρο, με το φουσκωτό του Σπύρου, τον Γιάννη Τσιλιβάκο και εμένα, για την Ίο.


Ο Στόχος ήταν να πάμε να ψαρέψουμε σε κάποια γνωστά κομμάτια μας στο νησί. Καθώς έχουμε περάσει τη Σίκινο και ενώ πλέουμε μεσοπέλαγα για τη Ίο, βλέπουμε στον ορίζοντα τόνους να πηδάνε έξω από το νερό, γλάρους να βουτάνε, γενικά… χαμός! Η θάλασσα ήταν σαν να έβραζε και οι δύο φίλοι, μου λένε «ετοιμάσου, σειρά σου». Ντυθήκαμε με τον Σπύρο όσο γίνετε πιο γρήγορα. Ο Γιάννης μας έκανε το βαρκάρη. Εγώ πήρα το πιο μεγάλο όπλο που υπήρχε στο σκάφος, ένα 110 ξύλινο με τρία λάστιχα και ο Σπύρος ετοίμασε την υποβρύχια κάμερα. Όταν πλησιάσαμε αρκετά πέσαμε στο νερό. Τα ψάρια ήταν πολλά, πάρα πολλά. Το κοπάδι είχε λίγα μεγάλα ψάρια των 100-150 κιλών (όχι πως σκόπευα να χτυπήσω κάποιο από αυτά) αλλά τα περισσότερα ήταν περίπου στα 20 κιλά. Η αδρεναλίνη στο ζενίθ. Το κοπάδι ερχόταν και έφευγε. Στην αρχή δεν πλησίαζε εύκολα για μια καλή βολή. Οπλίζω το ψαροτούφεκο αλλά τα πόδια μου τρέμουν στην επιφάνεια μόνο και μόνο από την υπέροχη θέα. Ένα τοίχος από τόνους, όσο βλέπουν τα μάτια μου, να έρχονται καταπάνω μου με απίστευτη ταχύτητα. Προσπάθησα να κάνω μερικές βουτιές αλλά η ένταση της στιγμής δεν μου το επέτρεπε. Βουτούσα σε βάθος 10 μέτρων και από την αδρεναλίνη δεν μπορούσα να κρατήσω την ανάσα μου ούτε 30 δευτερόλεπτα! Πάνω στη λαχτάρα να πιάσω ένα ψάρι κατάφερα και αστόχησα!!! 
Καθώς μάζευα τη βέργα, μου ήρθαν στη μνήμη οι σκέψεις της προηγούμενης εβδομάδας και πόσο ανέμελα βουτούσα ανάμεσα στους τόνους για να δευτερώσω τον 22 κιλών που έπιασε ο Σπύρος. Σε εκείνο το κοπάδι υπήρχαν πολλά και μεγαλύτερα ψάρια αλλά εγώ βουτούσα άνετα χωρίς κανένα πρόβλημα. Υπήρχε και ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο ψάρι. Απ' όπου περνούσε τα υπόλοιπα έκαναν στην άκρη. Ήταν ένας τόνος με μήκος περίπου 4-5 μ. Όταν πέρασε από κάτω μου χωρίς να κουνάει τίποτα, βούτηξα και κολύμπησα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Έβγαλα το δάχτυλο από την σκανδάλη, τράβηξα το ψαροτούφεκο πίσω μην συμβεί κανένα ατύχημα. Άπλωσα το χέρι μου να τον αγγίξω. Καθώς τον είχα πλησιάσει περί τα 3-4 μ. γύρισε το σώμα του και ένα μάτι πιο μεγάλο από το πιατάκι του καφέ με κοίταξε και σίγουρα σκέφτηκε: "Που πας ρε καραμήρτο!!!" και χάθηκε στο μπλε έτσι απλά όπως μου είχε έρθει. Το ψάρι απλώς έρεε μέσα στο νερό. Όλα τα εκπληκτικά του χρώματα το μπλε, πράσινο, τουρκουάζ και τα κίτρινα πτερύγιά του χαράχτηκαν για πάντα πάνω στην ψυχή μου. 
Με αυτές τις σκέψεις, μάζεψα όσο κουράγιο βρήκα, όπλισα εκ νέου το ξύλινο ψαροτούφεκο και αφού παρατήρησα από πού ερχόταν το κοπάδι, πήρα μια βαθιά αναπνοή και βούτηξα. Μάζεψα το όπλο όσο πιο πολύ μπορούσα μέσα στο σώμα μου και γύρισα την πλάτη μου στα ψάρια. Το κοπάδι άλλαξε αμέσως πορεία και ήρθε όλο σε απόσταση βολής. Αυτήν τη φορά ήμουν χαλαρός και έτοιμος. Διάλεξα ένα από τα μεγάλα 20άρια, σημάδεψα και πάτησα τη σκανδάλη. Η βέργα πέρασε το ψάρι στην πλάτη, πλήττοντας τη σπονδυλική του στήλη. Το ψάρι άλλαξε χρώμα, από τη βέργα και πίσω έγινε σκούρο γκρι ενώ δεν βούτηξε στα απάτα όπως συνήθως αντιδρούν αυτά τα ψάρια. Αντί αυτού, κολύμπησε στην επιφάνεια προσπαθώντας να απαλλαγεί από τη βέργα βγάζοντας το χοντρό κεφάλι του πότε-πότε έξω από το νερό. Όλο το υπόλοιπο κοπάδι μαζεύτηκε τριγύρω του προσπαθώντας να κάνει κάτι για να βοηθήσει τον τραυματισμένο φίλο τους. Ένοιωσα μια θλίψη για αυτό που είχα κάνει αλλά οι φωνές του Γιάννη με επανέφεραν στην πραγματικότητα. Του έδωσα το όπλο και πήρα ένα δεύτερο. Ο τόνος παρόλο που ήταν βαριά τραυματισμένος μαχόταν για περίπου 15 λεπτά με όλο το κοπάδι να στριφογυρίζει σαν μια ζωντανή δίνη γύρω του, προσπαθώντας να του συμπαρασταθεί σχηματίζοντας μια απίστευτη εικόνα μέσα στο μπλε που θα μείνει βαθιά χαραγμένη στην ψυχή μου. Τα λόγια είναι πολύ φτωχά για να περιγράψω αυτό που έζησα και το χρωστάω στους δύο φίλους μου, τον Σπύρο και τον Γιάννη. Όταν πια εξουθενωμένο το ψάρι ήρθε κοντά μου, το δευτέρωσα δίνοντας τέλος στην αγωνία του. Πήρα αγκαλιά τον πρώτο μου μεγάλο τόνο, τον φίλησα και ζητώντας του συγνώμη τον ανεβάσαμε στη βάρκα.
Για την ιστορία η ζυγαριά σταμάτησε στα 22,7 κιλά! Το φάγαμε το ίδιο βράδυ ψητό στα κάρβουνα με την παρέα που αριθμούσε 12 άτομα!




Όταν θέλει ο Ύψιστος #3



Φωτογραφίες: Γιάννης Γιαννόπουλος - Σπύρος Μαρίνης- Ζαχαρίας Σκευοφύλαξ

Παρασκευή απόγευμα χτυπάει το τηλέφωνο.
«Έλα Σπύρο τι γίνεται;» Ρωτάω

«Ζακ, τι κάνεις την Κυριακή;» Ρωτάει ο Σπύρος. 
«Δυστυχώς δεν μπορώ αυτό το Σαββατοκύριακο. Οικογενειακές υποχρεώσεις». Του λέω.
«Κρίμα, θα πάω για σφυρίδες χαχαχα.» μου απαντάει
«Μην με βάζεις σε πειρασμό, αλλά ρε φίλε δεν μπορώ. Να προσέχεις. Θα τα πούμε.» Και έκλεισα το τηλέφωνο.
Την Κυριακή ο Σπύρος πήγε. Το βράδυ τον παίρνω τηλέφωνο.
«Τι έγινε; Πως τα πήγες;» Ρωτάω. 
«Άσε τι έγινε. Μου ξεψάρισε μια σφυρίδα περίπου 10 κιλά γιατί δεν είχα κάποιον να με βοηθήσει. Κατεβαίνω στο θαλάμι και το ψάρι είναι μέσα. Βλέπω μάτι ρίχνω για να το σκοτώσω αλλά το πήρα λίγο ψιλά. Βραχώνει το ψάρι, ανοίγω μουλινέ, φτάνω επιφάνεια αλλά ο καιρός έχει πάρει την σημαδούρα μακριά και δεν μπορώ να δέσω την σφυρίδα. Αναγκαστικά αφήνω το όπλο, κολυμπώ, μαζεύω την σημαδούρα και δένω το όπλο. Το ψάρι όμως έχει βραχώσει πιο μέσα και στα -34μ. μόνος, τα πράγματα είναι δύσκολα. Ξεκουράζομαι, βουτάω με τα πολλά βρίσκω το ψάρι και εκεί που πάω να το δευτερώσω πετάει την βέργα και χάνεται μέσα στην θολούρα. Τα μάζεψα και έφυγα. Κρίμα το ψάρι, ελπίζω να ζήσει.»Μου απαντάει.
«Όντος κρίμα, έπιασες τίποτε άλλο;» Τον ρωτάω.
«Μια συναγρίδα δίκιλη.» Μου απαντάει
«Θα το πάρουμε την Τετάρτη που μπορώ. Εσύ μπορείς;» Ρωτάω.
«Μάλλον ναι, αλλά σιγά μην είναι εκεί. Τέλος πάντων, καλό βράδυ.» μου λέει.
«Καλή ξεκούραση. Θα τα πούμε.» Και έκλεισα το τηλέφωνο.
Τελικά ήρθε η Τετάρτη και πήγαμε για ψάρεμα. Ξεκινήσαμε από το ρηχά για κανένα άσπρο και για να ανοίξουμε, αλλά λίγα πράγματα. Ένας σαργός, ένα μελανούρι και ένας σικυός ήταν η ψαριά. Στα βαθιά δεν είχε και πολλή κίνηση αλλά ο Σπύρος πήρε μια συναγρίδα περίπου 2 κιλά.
«Πάμε στην σφυρίδα,» του λέω. Και ξεκινήσαμε.
Όταν φτάσαμε κάναμε κάποια καρτέρια χωρίς να δούμε τίποτε το αξιόλογο. Κάτι μικρές στήρες εμφανίστηκαν αλλά τίποτε άλλο. Δεν ασχοληθήκαμε και φτάσαμε στο γνωστό μονόπετρο. Φυσικά θα βούταγε ο Σπύρος μιας και γνώριζε το θαλάμι καλύτερα, αλλά και τα μέτρα ήταν πολλά για εμένα μέσα στο καταχείμωνο. Του έδωσα το 87αρι μου και αφού προετοιμάστηκε βούτηξε. Εγώ ήμουν έτοιμος για οτιδήποτε συμβεί. Είχε περάσει ένα λεπτό και σαράντα δευτερόλεπτα και διακρίνω τον Σπύρο να αναδύεται αλλά κάτι δεν πάει καλά. Κρατάει το σκοινί στο χέρι, το όπλο πουθενά. Συναγερμός! Παίρνω μια βαθιά ανάσα και βουτάω. Πλησιάζω τον Σπύρο όμως διακρίνω κάτι να ασπρίζει από κάτω του, τον προσπερνάω και δευτερώνω μια μεγάλη σφυρίδα. Ανοίγω το μουλινέ και βγαίνω στην επιφάνεια.
«Τι έγινε;» του λέω. 
«Κατεβαίνω και ενώ περιμένω πως το ψάρι θα είναι μέσα στο βαθύ λαγούμι για να στρίψει και να το χάσω, αυτό έχει λουφάξει και κάθεται αριστερά που είναι τυφλό! Έχει λουφάξει και με κοιτάει και χωρίς δεύτερη σκέψη του ρίχνω. Πετάω έξω το όπλο και τραβώ, αλλά το όπλο σου πήρε νερά και βούλιαξε. Η σφυρίδα πετάχτηκε έξω και χτυπιόταν και ενώ αναρωτιόμουν που είσαι για να δευτερώσεις... εμφανίστηκες και έπραξες αυτό ακριβώς. Είναι το ίδιο ψάρι, δεν το πιστεύω, δεν γίνονται αυτά.» Μου απάντησε ο Σπύρος.
«Να όμως που γίνονται», του είπα και εκεί τελείωσε το ψάρεμα μας.
Το ψάρι ήταν χτυπημένο μερικά χιλιοστά πάνω από το κρανίο. Η προηγούμενη βολή του Σπύρου του είχε ξύσει το κρανίο χωρίς να κάνει ιδιαίτερη ζημιά στο μεγάλο ψάρι. Το ψάρι μάλλον έμεινε σοκαρισμένο στο θαλάμι για να γιάνει, αλλά ο Ύψιστος είχε άλλα πλάνα για αυτό το υπέροχο πλάσμα. Αφού του δώσαμε ένα τέλος στην ταλαιπωρία του, του ζήτησα συγνώμη, το φίλησα και το έβαλα στο ψυγείο. Λίγο πριν βγούμε βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες. Ήταν εντελώς νηστικό, άδειο και ζύγιζε 8 κιλά.








Κυριακή 3 Μαρτίου 2013

Ένα ψάρεμα στο Brighton..




Για επαγγελματικούς λόγους βρεθήκαμε με τη Σταυρούλα για ένα πενταήμερο στην Αγγλία, στο Brighton στα τέλη Μαΐου 2010. Ο καιρός ήταν καταπληκτικός με την θερμοκρασία να φτάνει τους 30C βαθμούς, ενώ στην Ελλάδα μάθαινα ότι έβρεχε με θερμοκρασία στους 20C. Αφού τακτοποίησα τις δουλειές μου βρήκα την ευκαιρία να κάνω και δύο βουτιές στη θάλασσα της Μάγχης. Είχα συνδυάσει την όλη επίσκεψη για να βρεθούμε και με έναν φίλο μας, το Διονύση Λουμίτη, που είναι φοιτητής ωκεανολογίας στο εκεί πανεπιστήμιο. Οι περιγραφές του και οι κάποιες φωτογραφίες που μου είχε δείξει, είχαν λαβράκια, κεφάλους και ένα είδος σαργού που οι ντόπιοι τα ονομάζουν sea bream. Ο καιρός ιδανικός, η θάλασσα κόλα και εγώ ήμουν έτοιμος να κάνω ψαροτούφεκο για πρώτη φορά εκτός Ελλάδος. Όταν ανακοίνωσα πιο ξενοδοχείο είχαμε κλείσει στον Διονύση, μόνο τούμπες δεν έκανε από την χαρά του. «Θα ντυθούμε μέσα στο ξενοδοχείο» μου είπε στο τηλέφωνο και εγώ τον άκουγα γεμάτος απορία!



















Την Κυριακή 23-5 το πρωί αφού όντος ντυθήκαμε στο ξενοδοχείο κατεβήκαμε με το ασανσέρ, βγήκαμε έξω, περάσαμε τον δρόμο και φτάσαμε στην παραλία μπροστά στα τα έκπληκτα μάτια των περαστικών.






2-3 άτομα κολυμπούσαν ήδη και ένας παππούς με μικρά λαστιχένια πέδιλα, μάσκα και μια κουκούλα μόνο, βγαίνοντας από το νερό μας κοίταζε όλο περιέργεια. Εμείς φοράγαμε 7αρες στολές. Από μια πρώτη ματιά το νερό ήταν κυριολεκτικά πράσινο-γκρι θολό. Θα ψαρεύαμε στα πόδια μιας αποβάθρας που πάνω της είχε λούνα παρκ, εστιατόρια, τυχερά παιχνίδια κ.α. Ο στόχος μας ήταν να ψαρέψουμε στο τέλος της αποβάθρας καμιά εκατοστή μέτρα ανοιχτά. Ρώτησα τον Διονύση γιατί να μην ψαρεύουμε καθώς θα κολυμπάμε και μου απάντησε γιατί είναι πολύ ρηχά και θολά! Δεν τον πολύ πίστεψα και όταν είχαμε κολυμπήσει περίπου 30μ. βούτηξα και παραλίγο να τρακάρω στον βυθό.

Ήταν μόλις 1,5μ βάθος και δεν έβλεπα ούτε την μύτη μου. «Που είσαι Ελλαδάρα με τις ορατότητές σου» φώναξα. Ο Διονύσης γέλαγε. Συνεχίσαμε και φτάσαμε στον προορισμό μας. Έδεσε τη σημαδούρα σε κάποιο από τα πόδια της αποβάθρας και ξεκινήσαμε τις βουτιές. Η θάλασσα ήταν τραβηγμένη και έτσι ο βυθός κυμαινόταν από 4 έως 7 μέτρα. Είχε και ένα ρέμα στην αρχή που τα έκανε όλα δύσκολα. Υπήρχαν πολλά σίδερα που έπρεπε να προσέχουμε να μην χτυπήσουμε. Το ρέμα στην ανάδυση ειδικά μας παρέσερνε με αποτέλεσμα αρκετές φορές να αναδύομαι κυριολεκτικά ξυστά από διάφορα σίδερα, που δεν φαινόντουσαν λόγω της θολούρας. Παντού πράσινα νερά. Έτσι ήμουν αναγκασμένος να κάνω μικρότερες σε χρόνο βουτιές, κρατώντας χρόνο για την ανάδυση γιατί δεν ήξερα τι θα μπορούσε να μου τύχει. Μία βουτούσε ο ένας μία ο άλλος. Μόνο στον πάτο κάπως καθάριζε και έβλεπες περίπου 70 πόντους, που σημαίνει ότι όταν τέντωνα το χέρι μου δεν έβλεπα το 60αρι μου. Και το κερασάκι στην τούρτα ήταν οι μόλις 10 βαθμοί  Κελσίου που είχε το νερό. Με πολύ άγχος στην αρχή και λιγότερο μετά, ξεκινήσαμε να ψαρεύουμε. Ψάρια ελάχιστα. Κάτι σκιές έβλεπα να περνάνε και έριξα μερικές φορές και σε μια από αυτές έπιασα ένα λαβράκι του μισού κιλού. Κάποια στιγμή είδα και ένα καλό λαβράκι περίπου 1,5κ αλλά δεν το πρόλαβα. Χάθηκε μέσα στην θολούρα χωρίς να μου δώσει την παραμικρή ευκαιρία. Σε μια από τις τελευταίες βουτιές, ενώ ήμουν στο βυθό και καρτέρευα, βγήκε από κάτι σίδερα δίπλα μου ένας μισόκιλος μπακαλιάρος και στάθηκε να με παρατηρεί. Τον χάζεψα παρατηρώντας το καφέ του χρώμα με τις μαύρες κηλίδες, τα περίεργα μουστάκια του και την ιδιόμορφη στρογγυλή ουρά του. Έκανε μια στροφή, στάθηκε για λίγο μπροστά στο όπλο και γλιστρώντας απαλά χάθηκε μέσα στα σίδερα από όπου είχε βγει. Μόνο και μόνο για αυτό το θέαμα άξιζε η όλη βουτιά. Μετά από 3 ώρες ψάρεμα βγήκαμε στην παραλία όπου μας περίμεναν η Σταυρούλα και η Κατερίνα. Ξεκουραστήκαμε φάγαμε κάποια σάντουιτς και πήγαμε να αλλάξουμε στο ξενοδοχείο.

Το απόγευμα μας πήγε ο Διονύσης στο ενυδρείο. Είχε πολλά είδη ψαριών αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι ότι μπορεί κανείς αν έχει άδεια για μπουκάλες, να κανονίσει να βουτήξει στη μεγάλη δεξαμενή με τους καρχαρίες και τα άλλα ψάρια!!! Μην περιμένετε κάποιο μεγάλο βάθος, είναι μόλις 4-5 μέτρα., αλλά έχει 4-5 καρχαρίες των υφάλων με μαύρα πτερύγια, 2 γκρίζους που είναι και οι πιο επικίνδυνοι στο συγκεκριμένο ενυδρείο, και δύο nurse sharks που είναι εντελώς ακίνδυνοι. Μάλιστα ο ένας είναι με βούλες και ο μεγάλος φτάνει τα 4 μ. Ένα υπέροχο κήτος. Δυστυχώς δεν το ήξερα νωρίτερα για να επιδιώξω κάτι τέτοιο. Παρόλο που προσπάθησα να το κάνω, δεν προλάβαινα γιατί σε τρεις μέρες φεύγαμε. Ποιος ξέρει ίσως μια άλλη φορά.


Την Τρίτη 25-5 κανονίσαμε με τον Διονύση να ξαναπάμε. Ντυθήκαμε πάλι στο ξενοδοχείο και ακολουθήσαμε την ίδια οδό με την προηγούμενη φορά. Αυτή την φορά είχαμε δει και την πλημμυρίδα και πήγαμε όταν τα νερά ήταν «ψηλά». Εκεί που πριν ο βυθός ήταν 4-7μ τώρα ήταν 8-12μ. Θερμοκρασία πάλι στους 10C. Όταν τα νερά φούσκωσαν υπήρχε κάποιο ρέμα αλλά μετά τα πάντα ήταν ήρεμα. Η θολούρα αυτή τη φορά ήταν χειρότερη και η ορατότητα ήταν μόλις 30-40 πόντους. Παρόλο τις φιλότιμες μας προσπάθειες δεν είδαμε τίποτα. Μετά από μιάμιση ώρα ψαρέματος πόνεσε το αφτί του Διονύση και έτσι αναγκαστήκαμε και φύγαμε. Την επομένη με την Σταυρούλα γυρίσαμε στην Ελλάδα. Μια εβδομάδα αργότερα ο Διονύσης μου είπε ότι έπιασε μεταξύ των άλλων κι ένα sea bream 1,5κ….

Για να κλείσετε ημερομηνία κατάδυσης μέσα στο ενυδρείο επισκεφτείτε τη διεύθυνση: http://www.sealifeeurope.com/














Αυτά είναι ψάρια που είχε πιάσει ο Διονύσης και ένας άλλος φίλος του την προηγούμενη χρονιά. Συνέβη κατά την διάρκεια του καλοκαιριού που τα νερά ήταν πιο ζεστά 14C !!!