Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Όταν Θέλει ο Ύψιστος…..#2

 
photo by G. Giannopoulos


Το πρωί της Ανάστασης και ενώ η μάνα μου έβαζε το αρνί στο φούρνο, αποφάσισα να κάνω μια τελευταία βουτιά στα αγαπημένα νερά της Καρπάθου, μιας και την επόμενη ημέρα θα επέστρεφα και πάλι στην Αθήνα. Πήγα σε έναν βαθύ κάβο με σκοπό μερικά καρτέρια, μήπως και πάρω κάποια συναγρίδα όπως είχε γίνει πέρσι. Για να φτάσω, χρειάζεται να οδηγήσω 30 λεπτά μέχρι την παραλία, να περπατήσω περίπου 20 λεπτά και να κολυμπήσω περίπου μισή ώρα…
Με το που έπεσα έκανα μερικά καρτέρια για να «ανοίξω» και μάλιστα πήρα και ένα σαργό. Αφού κολύμπησα και έφτασα στο γνωστό κομμάτι του κάβου, άρχισα να κάνω καρτέρια στα σημεία που ήξερα από παλαιότερες εξορμήσεις, κρατώντας στο χέρι ένα μακρύ ξύλινο ψαροτούφεκο. Αρκετά καρτέρια αργότερα, δυστυχώς δεν εμφανίστηκε τίποτα! Το κρέμασα λοιπόν στη σημαδούρα, ξεκρέμασα το πιστό 82άρι μου και πήρα το δρόμο για το γυρισμό. Καθώς κολύμπαγα, μια πλάκα που ακουμπούσε πάνω στο γκρεμό μου τράβηξε το ενδιαφέρον. Την ώρα που ξεκίναγα τη βουτιά μου, είδα μια σκιά να γλιστράει μέσα στην πλάκα από την αντίθετη πλευρά. Αλλαγή σχεδίου και ανάδυση. Έβαλα δεύτερη σκάλα και βούτηξα εκ νέου για να πιάσω τον… εξάρι ροφό που νόμιζα ότι είχα δει. Μπαίνοντας στο σημείο που τον είχα δει, δεν είχα και πολύ χρόνο να σκεφτώ οτιδήποτε μιας και μπροστά μου είχα ένα μεγάλο ψάρι, που ξεκινούσε να τρυπώσει! Πάτησα τη σκανδάλη αμέσως σημαδεύοντας κεφάλι... Χαμός…. 

Τραβάω με όλη μου τη δύναμη αλλά το ψάρι, προλαβαίνει να βραχώσει περίπου ένα μέτρο μέσα, πριν την είσοδο. Ανοίγω το μουλινέ, όμως η πετονιά έχει μπερδευτεί στα λάστιχα! Με το ψάρι να χτυπιέται προσπαθώντας να απαλλαγεί από τη βέργα, εγώ προσπαθώ να δέσω τη πετονιά σε δυο τρεις προεξοχές του βράχου αλλά και αυτές σπάνε… Χωρίς άλλες επιλογές, αφήνω το όπλο κάτω (με το ψάρι ελεύθερο να κάνει ότι θέλει) και στην επιφάνεια πλέον κολυμπάω γρήγορα προς τη σημαδούρα, για να πάρω το 87άρι μου. Το οπλίζω, βουτάω και προς μεγάλη μου έκπληξη το ψάρι είναι ακόμα εκεί! Το δευτερώνω και αυτήν τη φορά ανοίγω επιτυχώς το μουλινέ και το δένω στη σημαδούρα. Επιτέλους λίγη ηρεμία… Αφού ξεκουράζομαι, αποφασίζω να ρίξω μια ματιά από την άλλη πλευρά της πλάκας. Το ψάρι φαίνεται ανάποδα, και έχει πολύ χώρο για να βραχώσει πιο βαθειά. Καθώς όμως αναδύομαι, βλέπω το σκοινί από το μουλινέ του δεύτερου όπλου, να έχει κοπεί και να βυθίζεται! Έλεος! Το ψάρι είναι ελεύθερο για δεύτερη φορά… Εννοείται πως από την ηρεμία επικρατεί και πάλι πανικός! Ξετυλίγω το υπόλοιπο σκοινί από το μουλινέ, βουτάω, δένω και φερμάρω ξανά το ψάρι. Ξεκούραση. Παίρνω το πρώτο όπλο και του βάζω μία άφτερη (ευτυχώς τη έχω πάντα στη σημαδούρα). Ρίχνω μία στο ψάρι και πιάνοντας και τις τρείς βέργες προσπαθώ να το ξεβραχώσω, όταν… η βέργα από το 87άρι, μου μένει στο χέρι! Το ψάρι (για μία ακόμη φορά) είναι ελεύθερο… Αναδύομαι γρήγορα οπλίζω, πάω από την άλλη πλευρά και του ρίχνω. Τραβάω, έρχεται, χτυπιέται αλλά δε χωράει να βγει οπότε το δένω εκ νέου στη σημαδούρα. Οπλίζω πάλι την άφτερη, το χτυπάω στο κρανίο, το τραβάω για να βγει, αλλά ενώ έρχεται αυτή τη φορά κοντράρει με το σκοινί της σημαδούρας. Αναγκάζομαι να κόψω το σκοινί και τραβώντας μαλακά την άφτερη, παίρνω στην αγκαλιά μου έναν ψάρι ακριβώς διπλάσιο από αυτό που αρχικά είχα υπολογίσει, λίγο πάνω από τα 12 κιλά!

Ευχαριστώντας τον Ύψιστο για το πραγματικό δώρο και ζητώντας συγνώμη από τον άτυχο ροφό, πήρα τον δρόμο της επιστροφής χαρούμενος.



Για μια ακόμη φορά τα "βάρη" τα ανέλαβε ο πατέρας μου!! Η επαγγελματική όμως δουλειά του στο καθάρισμα των ψαριών, δεν επέτρεψε στην μητέρα μου να επέμβει που καιροφυλακτούσε ψιλό-κριμένη και συνελήφθη από τον φακό της φωτογραφικής μου μηχανής!!  




Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Όταν θέλει ο Ύψιστος #1




Tο καλοκαίρι στην αγαπημένη Κάρπαθο πλησίαζε προς το τέλος του. Ο καιρός δεν έλεγε να κοπάσει με το 6αρη του Μαΐστρου να ταράζει για πολλές μέρες τα διάφανα νερά του νησιού. Έτσι για να μη χάσω άλλο ένα ψάρεμα μια και οι καιρικές προβλέψεις δεν έδειχναν να αλλάζουν τις επόμενες μέρες, αποφάσισα να βουτήξω στα νότια του νησιού. Ένας κάβος έκοβε τον καιρό επιτρέποντάς μου να βουτήξω αλλά το ψάρεμα θα γινόταν μέσα στον καιρό μια και μέχρι τον κάβο το μέρος δεν λέει τίποτα. 
Ντύθηκα, ετοιμάστηκα και κολύμπησα περίπου 10 λεπτά και έφτασα εκεί που ήθελα να ψαρέψω. Ανοίχτηκα αρκετά για να αποφύγω τον έντονο κυματισμό και όταν έφτασα σε βάθος περίπου 20 μέτρα άρχισα τα καρτέρια. Έκανα αρκετά αλλά τίποτε δεν φάνηκε. Κρέμασα το ξύλινο ψαροτούφεκο στην σημαδούρα μου και πήρα το 82άρι μου ξεκινώντας τα ψαχτήρια. Ξέρω αρκετά θαλάμια ροφών αλλά παρ όλη την προσπάθεια μου μόνο κιλίσια ψάρια βρήκα. Φυσικά δεν τα πείραξα και συνέχισα το ψάρεμά μου. Πουθενά τίποτα. 
Ο τόπος έχει άσπρα ψάρια (σαργούς, μελανούρια κτλ) και μερικά από αυτά είναι αρκετά μεγάλα αλλά σε αυτό το μέρος δεν ασχολούμαι με αυτά. Είχε περάσει αρκετή ώρα και εγώ δεν έχω δει τίποτα αξιόλογο. Θυμήθηκα όμως ότι το Πάσχα είχα δει έναν τριάρι ροφό στα πολύ ρηχά που δεν είχα πειράξει. Κολύμπησα προς τα ρηχά. Παλεύοντας με τα κύματα και το αντιμάμαλο βούτηξα πολύ κοντά στα βράχια του κάβου. Δυστυχώς και εκεί δεν βρήκα τίποτα. Ψιλοαπογοητευμένος το γύρισα σε πλανάρισμα μια και το βάθος δεν ξεπερνούσε το 10 μέτρα. Κολύμπησα πάνω από κάτι γνωστές πλάκες αλλά και εκεί τίποτα. Μπροστά μου υπήρχε ένα μονόπετρο που το ξέρω και δεν λέει τίποτα το σπουδαίο. Καθώς το έχω φτάσει, αρχίζω να αναδύομαι όταν ένας μεγάλος ροφός εκνευρισμένος ξεκόλλησε από την πλευρά που δεν έβλεπα και προχώρησε σε κάτι πλάκες λίγο πιο βαθιά. Ήταν μαύρος και κατσούφης. Μου έκανε εντύπωση πόσο θυμωμένος φαινόταν. 

Γνωρίζοντας ότι οι συγκεκριμένες πλάκες δεν έχουν θαλάμι για να κρυφτεί ένα τόσο μεγάλο ψάρι, ανοίχτηκα για να δω που θα πάει το μεγάλο μαύρο. Όμως ο ροφός δεν φάνηκε πουθενά. Γεμάτος απορία βούτηξα λίγα μέτρα πιο μακριά σε μια μύτη που έκανε η πλάκα, σίγουρος ότι το ψάρι θα έχει γλιστρήσει χωρίς να το δω μέσα από τους αφρούς της τρικυμίας. Όταν έφτασα στην πλάκα έβαλα το κεφάλι μου δειλά - δειλά να δω τι γίνεται και προς μεγάλη μου έκπληξη το ψάρι ήταν εκεί. Είχε χώσει το κεφάλι του μέσα σε μια τρύπα και όλος ο υπόλοιπος ροφός φαινόταν. Σημάδεψα κεφάλι και πάτησα την σκανδάλη. Χαμός. Το μεγάλο μαύρο σήκωσε σύννεφα άμμου και προσπάθησε να χωθεί πιο βαθιά στην τρύπα που δεν το χώραγε. Τον τραβάω με δύναμη, το ψάρι έρχεται αλλά με ένα δυνατό χτύπημα της ουράς του ξαναβάζει το κεφάλι του στην τρύπα. Το ξανατραβάω αλλά η δύναμη του ψαριού ήταν πιο μεγάλη. Αναγκαστικά ανοίγω το μουλινέ αλλά η πετονιά έχει μπερδευτεί με τα λάστιχα του όπλου, λόγω της κοντινής βολής. Έτσι αφήνω το όπλο κάτω και με την ψυχή στο στόμα ανέβηκα στην επιφάνεια Το ψάρι είναι ελεύθερο. Αν κάνει πως φεύγει το έχω χάσει σίγουρα και το κακό είναι ότι δεν θα ζήσει. Ευτυχώς το βάθος ήταν μόνο 12 μέτρα. Πόντισα την σημαδούρα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και πήρα ένα δεύτερο όπλο. Κατέβηκα και δευτέρωσα το ψάρι. Έπιασα και τις δύο βέργες και τράβηξα με δύναμη. Το ψάρι ήρθε προς τα εμένα λίγο αλλά πάλι χτύπησε την ουρά του και ξαναχώθηκε στην τρύπα, όσο μπορούσε. Άνοιξα το μουλινέ και το έδεσα στην σημαδούρα για να το σιγουρέψω. Βούτηξα και ξέμπλεξα την πετονιά του πρώτου όπλου. Ξεκούραση και σκέψη. 

Βάζω άφτερη βέργα και βουτάω από την μεριά του κεφαλιού του. Το ψάρι έχει βάλει το κεφάλι του πίσω από ένα δοκάρι το οποίο ίσα-ίσα του κρύβει το μάτι. Όλο το υπόλοιπο κεφάλι φαίνεται. Σημαδεύω εγκέφαλο, πατάω σκανδάλη και το μεγάλο μαύρο απλά έπεσε στην άμμο. Έβγαλα την άφτερη, πήγα από την άλλη το τράβηξα, πήρα αγκαλιά το μεγάλο ψάρι και ανέβηκα στην επιφάνεια ευχαριστώντας τον Ύψιστο για ένα ακόμη δώρο. Φίλησα το ροφό ζητώντας του συγνώμη, τον έβαλα στην ψαροκρεμάστρα και πανευτυχής πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Έβγαλα της απαραίτητες φωτογραφίες και πήγα σπίτι όπου η ζυγαριά σταμάτησε στα 15 κιλά.






















Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Ο παιχνιδιάρης...




Ο Αύγουστος με βρήκε πάλι στην αγαπημένη μου Κάρπαθο να επισκέπτομαι τους γονείς μου και να κάνω τις διακοπές μου. Το νησί φημίζεται για τις κακοκαιρίες του αλλά φέτος το παράκανε. Ήμουν ένα μήνα και έκανε μόνο μισή μπονάτσα. Ο Β - ΒΔ ισχυρός σταθερά στα 7 μποφόρ ενώ έφτασε τα 10 μποφόρ και δύο μέρες έκανε κρύο λες και ήταν χειμώνας αναγκάζοντας με να ψαρεύω μέσα στα κύματα με ρηχά καρτέρια. 















Έπιασα πολλά άσπρα (σαργούς, κεφάλους, λούτσους, σκάρους κλπ) αλλά ήθελα να πάω να βουτήξω στα βαθιά και γνώριμα μέρη μου.





                                        
Λες και με άκουσε ο Ύψιστος και μου έκανε τη χάρη. Ένα απόγευμα ο καιρός γύρισε σε 6αρη νοτιά και εγώ ετοιμάστηκα να πάω σε ένα βαθύ τόπο που τον χτυπάει ο καιρός των προηγούμενων ημερών. Ξύπνησα νωρίς το πρωί, έβαλα τα πράγματα στο αμάξι και ξεκίνησα για το γνωστό τόπο. Η θάλασσα ήταν σχεδόν κόλα όταν έφτασα και εγώ αφού ετοιμάστηκα γρήγορα-γρήγορα βούτηξα και άρχισα να ανοίγομαι για να φτάσω στο μέρος που ήθελα. Έκανα 3-4 βουτιές για να ανοίξω ψευτοκαρτερεύοντας και πήρα ένα σαργό και ένα μελανούρι μέσα στη θολούρα. Η απότομη αλλαγή του καιρού μπορεί να είχε φέρει την μπουνάτσα αλλά τα νερά ήταν «σκοτωμένα». Η ορατότητα δεν ξεπερνούσε τα 10 με 12 μέτρα. Κοιτώντας τα σημάδια μου έφτασα στο τόπο και πήρα το 100αρί στο χέρι αρχίζοντας τα πλαναρίσματα. Σε ένα από αυτά διέκρινα στο πάτο και μακριά από εμένα, μια μεγάλη φιγούρα ροφού να με χαζεύει κουνώντας τα πλαϊνά του πτερύγια. Αναδύθηκα, κολύμπησα εκεί που είχα δει το ψάρι και βούτηξα εκ νέου. Πουθενά το ψάρι! Έκανα καρτέρια, τίποτα. Πήρα το κοντό και άρχισα τα ψαχτήρια. Μάταια! Ξέροντας καλά το μέρος, κολύμπησα προς τα εκεί που θα μπορούσε να τρυπώσει το ψάρι. Πήρα πάλι το 100αρι και πλακώθηκα στα καρτέρια. Έτσι σε μια ανάδυση είδα ένα καφέ-πορτοκαλί σημάδι που δεν ταίριαζε και πολύ με το βυθό να κουνιέται. Αναδύθηκα πήρα μια βαθιά ανάσα και βούτηξα εκεί που νόμιζα ότι κάτι υπήρχε. Ως δια μαγείας έπεσα πάνω στο ροφό. Καθώς πλησίαζα έδωσε μια με την ουρά του και χάθηκε κάτω από το μονόπετρο πριν μπει στο βεληνεκές του όπλου. Πλησίασα λίγο ακόμα και έμεινα μετέωρος μην ξέροντας τι να κάνω. Καθώς ξεκίνησα για την επιφάνεια νάτος πάλι έξω και να με κοιτάει. Στην απέναντι πέτρα ένας ροφός 5-6 κιλά χαζεύει την όλη κατάσταση. Τον βλέπω σε κάθε βουτιά και έχω βολή στο κεφάλι αλλά εγώ ήθελα το μεγάλο ψάρι. Αυτό έγινε 3-4 φορές χωρίς να μου δίνει ευκαιρία για βολή το μεγάλο ψάρι. Την τελευταία φορά που συνέβη άφησα απαλά το όπλο πάνω στο μονόπετρο, για να μη χάσω το μέρος λόγω της θολούρας, και έφυγα για να φέρω κοντά τη σημαδούρα. Θα προσπαθούσα άλλη μια φορά και μετά θα έμπαινα με το κοντό και ο Θεός βοηθός. Δεν μου αρέσει να ψαρεύω μόνος σε αυτά τα βάθη, πόσο μάλλον να ξεβραχώνω στα -27μ. Πόντισα τη σημαδούρα σχετικά κοντά, προσέχοντας να μην τρομάξω το ψάρι, πήρα μια βαθιά ανάσα και βούτηξα. Το ψάρι δεν το είδα και στεναχωρημένος σύρθηκα πάνω στο μονόπετρο και έπιασα το 100αρι μου. Καρτέρεψα όσο μπορούσα ρίχνοντας κλεφτές ματιές μήπως τον δω αλλά τίποτα. Απογοητευμένος ετοιμαζόμουν να φύγω όταν το μάτι μου έπιασε μια κίνηση πιο αριστερά από εκεί που έβλεπα συνήθως το ψάρι. Είχε πάει πιο πλάγια, παραλλαγμένος, τελείως μαύρος έβγαλε το κεφάλι του δειλά-δειλά και με κοιτούσε. Γύρισα σιγά-σιγά το 100αρι σημάδεψα στο κεφάλι και έριξα. Χαμός. Η βέργα τον βρήκε στο μάτι και το μεγάλο ψάρι προσπάθησε να βραχώσει αλλά η βέργα τον εμπόδισε. Τράβηξα το ψάρι έξω προσέχοντας να μην μπλέξει πουθενά και άνοιξα το μουλινέ ελέγχοντας το μεγάλο ροφό. Τον ανέβασα στην επιφάνεια όπου του έδωσα ένα γρήγορο τέλος. Τον πήρα αγκαλιά, τον φίλησα και του ζήτησα συγνώμη για τον πόνο που του είχα προκαλέσει. Τότε θυμήθηκα και τον 6αρι που με παρατηρούσε απορημένος σε όλη την προσπάθεια μου. Τον χαιρέτισα από την επιφάνεια (εννοείται δεν τον έβλεπα) και έφυγα χαρούμενος. Δεν υπήρχε λόγος να ψαρέψω άλλο. Πρόλαβα και έβγαλα μια φωτογραφία πριν η μηχανή μείνει από μπαταρία. Οι υπόλοιπες φωτογραφίες βγήκαν στο σπίτι και η ζυγαριά έδειξε 17,3 κιλά. Σε περίπου μια ώρα μετά ο καιρός γύρισε σε ένα γεμάτο 7 Μαΐστρο και εκεί τελείωσαν τα όνειρα μου για μια 2η βαθιά βουτιά την επόμενη μέρα ή το ίδιο απόγευμα...















Τελικά τα   "βάρη" τα αναλαμβάνει ως συνήθως ο πατέρας μου!!!






Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Ακολουθώντας τη διαίσθησή σου...(#2)

 Είμαι Πάσχα πάλι στην αγαπημένη μου Κάρπαθο. Αυτή την φορά όμως η θάλασσα είναι κολλημένη. Δεν κουνιέται τίποτα. Όμως από το πρωί κάτι με τρώει να πάω να ψαρέψω ρηχά. Κάτι μέσα μου, μου λέει να ψαρέψω ρηχά. Να χάσω όμως τέτοια μέρα; 
Αφού φόρτωσα τα απαραίτητα ξεκίνησα να πάω σε έναν αγαπημένο κάβο που κάνει και βαθιά και ρηχά μέρη. Έκρυψα σε ένα μέρος το τρίκιλο βαρίδι πλάτης, φόρτωσα σε μια «πονηρή» σημαδούρα ένα 82αρι και αφού ετοιμάστηκα, πήρα ένα ξύλινο 100αρι στο χέρι και τράβηξα για τα βαθιά. Τι πλαναρίσματα έκανα, τι καρτέρια, τι ψαχτήρια δεν βρήκα τίποτα. Νέκρα παντού. Κάτι σαργοί έπαιξαν σε ένα καρτέρι αλλά δεν ασχολήθηκα γιατί έψαχνα κάτι καλύτερο. Απογοητευμένος πήρα τον δρόμο για τα ρηχά. Έβαλα το βαρίδι πλάτης, πήρα το 82αρι και ετοιμάστηκα για ρηχά καρτέρια-ψαχτήρια όταν κάτω από τα πόδια μου είδα τρεις ωραίες σουπιές. Τις έπιασα γιατί μου αρέσουν πάρα πολύ ψητές. Η μεγάλη ήταν 800 γρ. Χαρούμενος άρχισα τα καρτέρια και που και που έπιανα κάποιο σκάρο. Διάλεγα τα πιο μεγάλα ψάρια που ήταν περίπου 700-900 γρ. 



Χωρίς να το καταλάβω είχα πιάσει μια ντουζίνα σκάρους. Το συνειδητοποίησα όταν τους κρέμασα στην σημαδούρα.

 Έτσι αποφάσισα να μην πιάσω και άλλους παρόλο που είχε αρκετούς τριγύρω. Στα επόμενα καρτέρια έπιασα 2 ωραίους σαργούς και άλλους δύο με ψαχτήρι. Προχώρησα ακόμη πιο ρηχά και τότε φάνηκε ένα τεράστιο κοπάδι από σάρπες. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ στο πειρασμό και με καρτέρια έπιασα τέσσερα ωραία ψάρια, τα δύο ήταν κιλήσια. 

Αποφάσισα να φτάσω στο ρηχό πλάτωμα και να βγω. Είναι ένα πλάτωμα που δεν ξεπερνάει το ένα μέτρο και το καλοκαίρι όποτε έχω περάσει από εκεί σπάνια έχει κάτι της προκοπής. Όταν έφτασα έκανα ένα καρτέρι, βαριεστημένα μπορώ να πω και καθώς κοιτούσα τριγύρω να ένα καλό λαβράκι. Η Κάρπαθος δεν έχει πολλά λαβράκια αλλά όταν κανείς τα βρει, είναι αρκετά μεγάλα. Η αδρεναλίνη στα ύψη. Χώθηκα όσο μπορούσα. Πρέπει να είχα γίνει χαλκομανία, ένα με τον βυθό, αλλά το λαβράκι πλησίασε, κοντοστάθηκε εκτός βολής και κρύφτηκε πίσω από μια πέτρα. Εγώ αμέσως άλλαξα κατεύθυνση στο ψαροτούφεκο και ενώ ετοιμαζόμουν να το πλησιάσω έρποντας, εκείνο εξαφανίστηκε προς τα ρηχά με μεγάλη ταχύτητα.
 «Λες;» αναρωτήθηκα και αποφάσισα να κάνω μερικά ακόμη προς τα εκεί που χάθηκε το ψάρι. Στο 2ο καρτέρι είδα ένα λαβράκι κοντά στην επιφάνεια ακίνητο να με παρακολουθεί. Χώθηκα όσο πιο πολύ μπορούσα και άφησα μερικές φυσαλίδες. Εκείνο απτόητο. Όμως μέσα στην θολούρα και μακριά διέκρινα άλλη μια σιλουέτα να κατευθύνεται προς τα εμένα. Προσπέρασε το 1ο ψάρι κάνοντας το να το ακολουθήσει και με πλησίασε με μεγάλη ταχύτητα. Φοβούμενος μην το χάσω, μόλις μπήκε στο βεληνεκές και έκανε να στρίψει του έριξα από μακριά. Η βέργα καρφώθηκε στη μέση και εγώ όρμισα να το πιάσω γιατί φοβόμουν την μακρινή βολή σε ένα τέτοιο ψάρι. Το αγκάλιασα και το έπιασα από τα βράγχια ενώ εκείνο σπαρταρούσε. Η βέργα μόλις το είχε περάσει και το φτεράκι είχε ανοίξει μέσα του. Μόλις έπιασα το λαβράκι, η βέργα απλά έπεσε. Του έδωσα ένα γρήγορο τέλος, το φίλησα ζητώντας του συγνώμη για τον πόνο, που του είχα προκαλέσει. Δεν χρειαζόταν να ψαρέψω άλλο, αλλά κοιτώντας το καταδυτικό μου ρολόι, έκπληκτος είδα ότι έδειχνε 133 βουτιές σε τέσσερις ώρες! Βγήκα, άλλαξα και τράβηξα για το σπίτι όπου βγήκαν και η ανάλογες φωτογραφίες. Το λαβράκι ήταν παρά κάτι γραμμάρια τρία κιλά.